2017, δέκα χρόνια μαζί με την Αλεπού

3

του Βασίλη Αγιαννίδη

Όλη την χρονιά του το έλεγα κάθε πρωί που ξυπνούσαμε και έκανε τόσες χαρές σα να με ξανάβλεπε μετά από χρόνια ή σα να ήταν η πρώτη μέρα μιας υπόλοιπης και υπέροχης κοινής ζωής. Του έλεγα λοιπόν πως είμαστε δέκα χρόνια μαζί και πως είναι πραγματικά εκπληκτικό.

Γνώρισα το Αλεπουδάκι (ή Αλεπουδίνο σε στιγμές έξαρσης της γλύκας του, ή Αλεπού σε σοβαρές περιστάσεις) την χρονιά που πέθανε ο Γκούφη. Εκείνος έπαθε καρδιακή προσβολή ή κάτι τέτοιο, μάλλον έσκασε από το φαΐ, την 21η Ιουνίου 2006. Περισσότερες λεπτομέρειες για τη ζωή του υπάρχουν στο τεύχος 169 του περιοδικού Χιόνη. Ο άλλος εμφανίστηκε στην πόλη τον Οκτώβριο της ίδιας χρονιάς. Ήταν αποστεωμένος, φοβισμένος και δεν πλησίαζε κανέναν άνθρωπο. Κατέβαινε την οδό Καλαμπόκα τα βράδια, από πού να ερχόταν άραγε μέσα στο αγιάζι του Φθινοπώρου, και προχωρούσε προς την πλατεία. Έτσι του βγήκε και το όνομα Αλεπουδάκι, διότι έβγαινε τα βράδια σαν τις αλεπούδες που εφορμούν στα κοτέτσια. Σταματούσε λίγο στο σπίτι μου και έτρωγε από ένα μπολ με ξηρά τροφή που άφηνα για περαστικές γάτες στην μπροστινή αυλή. Όποτε αντιλαμβανόταν πως πλησίαζα από το δρόμο ή άνοιγα την πόρτα για να βγω εκείνος εξαφανιζόταν. Του έλεγα από μακριά «που πας Αλεπουδάκι; Κάτσε να σε χαϊδέψω». Εις μάτην βεβαίως. Όμως με ακολουθούσε όταν με έβλεπε τυχαία στο δρόμο. Από απόσταση βέβαια, μα με ακολουθούσε. Εάν καθόμουν σε κάποιο εστιατόριο ή καφετέρια καθόταν και εκείνος λίγο παράμερα. Τότε διαπίστωσα ακόμα μία φορά την προκατάληψη και την κακία του κόσμου. Ενώ ο ημίαιμος, μαύρος και γυαλιστερός Γκούφη που θύμιζε πόϊντερ ήταν σε γενικές γραμμές αποδεκτός, το Αλεπουδάκι που είναι εντελώς ημίαιμο και δεν θυμίζει κάτι, που για τους άλλους είναι ένα καφέ σκυλί αλλά για μένα είναι ο καστανόξανθος, ο χρυσός φθινοπωρινός σκύλος μου, διαπίστωνα με την άκρη του ματιού πως ξεσήκωνε αντιδράσεις. Φαντάζεστε βέβαια τι είδους: απειλές για κλωτσιές, κλωτσιές και κραυγές του στυλ ουστ, ξουτ και τα τοιαύτα.

Μετά τις γιορτές τον αιφνιδίασα. Είχε σκοτάδι και χειμωνιά – οι φανοστάτες στη γειτονιά μου, ενορία της Μητροπόλεως, είναι διακοσμητικοί. Γύριζα στο σπίτι αργά και εκείνος έτρωγε λαίμαργα από το μπολ των γατών. Πριν με αντιληφθεί έκλεισα σιγά την αυλόπορτα. Με κοίταξε και πισωπάτησε προς την κόγχη της εξώπορτας. Εγώ, ατρόμητος, θα είχα πιεί, δεν εξηγείται αλλιώς, τον πήρα στην αγκαλιά μου και προσπάθησα να ξεκλειδώσω. Μην βλέπετε τώρα την Αλεπού που ζυγίζει 22 κιλά. Τότε ήταν αδύνατος, αδύναμος και εύθραυστος. Τον πήρα λοιπόν αγκαλιά και τον ακούμπησα σε μία πολυθρόνα του σαλονιού (δεν πρόκειται να ξανακάτσει άνθρωπος στο σπίτι μου μετά από αυτήν την δημοσίευση). Του είπα πως εδώ είναι μαλακά και ζεστά και πως μπορεί να μείνει όσο θέλει. Το πρωί σηκώθηκε, έφαγε και έφυγε. Εννοείται πως δεν είχε κάνει καμία ζημιά. Αναρωτιέμαι τελικά πόσο τυχερός υπήρξα με τα ζώα μου.

Ξεκίνησε λοιπόν μια περίεργη ιστορία που κράτησε έναν ολόκληρο χρόνο περίπου. Η Αλεπού ερχόταν στο σπίτι, έτρωγε, κάποια βράδια κοιμόταν στο πεζοδρόμιο ή μέσα στην αυλή και το πρωί έφευγε. Στο δρόμο συνέχιζε να με ακολουθεί όταν με πετύχαινε κάπου. Εμπρός ο ένας, πίσω ο άλλος. Στο πεζοδρόμιο με τα μονά νούμερα ο σκύλος, στο πεζοδρόμιο με τα ζυγά ο άνθρωπος. Για έναν ολόκληρο χρόνο δεν με άφηνε να τον χαϊδέψω. Ποιος ξέρει τι είδους θύμα, ποιάς διεστραμμένης ανθρώπινης επιθετικότητας (γιατί μόνο ο άνθρωπος από όλα τα όντα μπορεί να κάνει εσκεμμένα τόσο κακό) είχε πέσει.

Το φθινοπωρινό σκυλί μου θύμιζε το ποίημα 21 από το Ιδιώνυμο της Κατερίνας Γώγου:

«… γιαυτό άμα κάνει κανείς μια κίνηση έτσι
για να μας χαϊδέψει
κάνουμε εμείς μια κίνηση πίσω
σα να μη φάμε ξύλο.
Γιαυτό αν τύχει και μ’ αγαπήσεις
πρόσεχε σε παρακαλώ πολύ πολύ
πως θα μ’ αγκαλιάσεις. Πονάει εδώ.
Κι εδώ. Κι εκεί. Μη! Κι εδώ.
Κι εκεί.»

Ακόμα και τώρα, συχνά, σαν πάω να τον χαϊδέψω εκείνος τρομάζει. Τότε τον σφίγγω στην αγκαλιά μου ακόμα πιο πολύ και του μιλώ ακόμα πιο γλυκά. Σαν ανταμοιβή για όλες τις αγκαλιές που δεν είχε παλιότερα. Σαν μια αγκαλιά να αναπληρώνει όσες αγκαλιές έλειψαν από τον καθένα.

Πέρασε όμως ένας χρόνος πριν με εμπιστευτεί και φτάσουμε στις αγκαλιές. Πέρασε ένας χρόνος πριν γίνει η διασημότητα που είναι σήμερα αφού πόζαρε για μία δεκαετία σε δελτία τύπου, κάρτες, προσκλήσεις και αφίσες του Φιλοζωικού Συλλόγου Χίου. Για καιρό με κοιτούσε και με ρωτούσε εάν θέλω να γίνει ο σκύλος μου. Του απαντούσα πως κάθε άνθρωπος έχει ένα μόνο σκύλο στη ζωή του και ο δικός μου ήταν ο Γκούφη αλλά θα έκανα σα να ήταν ο σκύλος μου. Δεν τον ικανοποιούσε η λύση. Τελικά με έπεισε. Και κάπως έτσι έγινε ο σκύλος μου κι εγώ ο άνθρωπος του. Και κάπως έτσι πρέπει να αποκτά κανείς σκύλο.

Κατάγεται από τη Χίο, γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη και εργάζεται στην Εφορεία Αρχαιοτήτων Χίου. Πρόεδρος του Φιλοζωικού Συλλόγου Χίου (2002-2003, 2004-2005, 2008-2009, 2010-2011, 2014-2015), Πρόεδρος του Ροταριανού Ομίλου Χίου (2009-2010), Πρόεδρος της Τοπικής Επιτροπής Ελληνικής Εταιρείας Περιβάλλοντος και Πολιτισμού (2011-2016), Μέλος της Εραλδικής και Γενεαλογικής Εταιρείας Ελλάδος, του Φιλοτεχνικού Ομίλου Χίου και του Συλλόγου Οικολογίας και Περιβάλλοντος Χίου.

Συζήτηση3 Σχόλια

  1. Κρητικού Βαλεντία

    Ανθρώπινο, γλυκό, σπάνιο, υπέροχο…
    Πρέπει να έχεις εισπράξει αγάπη για να μπορέσεις να δώσεις… Σίγουρα το αλεπουδάκι στάθηκε τυχερό στη ζωή του συναντώντας τον Βασίλη Αγιαννίδη και εύχομαι για πολλά χρόνια να είναι μαζί…

  2. Αννα Σταματιου

    Τι ωραια. Ευχομαι ν’ απολαυστε πολλα χρονια ακομα αμοιβαιων αισθηματων και εκτιμησης.

Άφησε σχόλιο