Για ποιον χτυπάει η (ηλεκτρική) καμπάνα;

2

του Στέλιου Κραουνάκη

Όσοι έχουν την ατυχία να μένουν σε σπίτια κοντά ή, ακόμα χειρότερα, απέναντι από εκκλησία, το πρόβλημα το γνωρίζουν πολύ καλά. Οι καμπάνες ρυπαίνουν ηχητικά, με συστηματικό τρόπο, καθώς εκπέμπουν σε υψηλές ηχητικές εντάσεις πάνω από 90 – 100 DB (DB η μονάδα Ντεσιμπέλ χρησιμοποιείται για να εκφραστεί στάθμη έντασης ήχου με ανώτατο όριο εκπομπής για αστικές περιοχές τα 50 DB). Το πρόβλημα έγκειται εξ’ ολοκλήρου στην ένταση και όχι στη λειτουργία της καμπάνας στη διάρκεια των θρησκευτικών τελετών, αναφαίρετο δικαίωμα των πιστών και χωρίς καμία πρόθεση να αμφισβητηθεί.

Το όλο νόημα του προβλήματος, λοιπόν, εστιάζει αποκλειστικά στην ανάγκη να χαμηλώσει η ένταση για τις θρησκευτικές τελετές αφενός αλλά και να σταματήσουν τα χτυπήματα της καμπάνας ανά μισή ώρα, συγχρονιζόμενες με το ρολόι, αφετέρου. Ρολόγια χειρός-τοίχου, κινητά, υπολογιστές, internet και απεριόριστες εφαρμογές, προσιτές στον καθένα κάνουν αυτή την πρόσθετη εξωθρησκευτική λειτουργία της εκκλησίας τελείως περιττή στη σύγχρονη εποχή. Επιπρόσθετα, μετατρέπει την εκκλησία σε ένα θεσμό που καταπιέζει ηχητικά πιστούς και μη πιστούς, εξαπολύοντας «καμπανιές» σε μισάωρη βάση, κάθε μέρα, κάθε εβδομάδα, κάθε μήνα, συμβάλλοντας στην ηχητική επιβάρυνση του αστικού περιβάλλοντος με 17.520 χτυπήματα για κάθε μισή και 56.940 χτυπήματα για κάθε ολόκληρη ώρα, σύνολο 74.460 χτυπήματα στη διάρκεια ενός έτους μόνο για το ρολόι, μόνο από μία καμπάνα.

Τι άλλαξε όμως και εμφανίζονται όλο και περισσότεροι «ευαίσθητοι» απέναντι στις καμπάνες; Γιατί φαίνεται να στοχοποιείται η εκκλησία και μάλιστα ένα από τα πιο κοσμικά σύμβολά της, η καμπάνα, συνυφασμένη με ιστορίες που υπογραμμίζουν την παρουσία της ορθοδοξίας και τονώνουν το ηθικό των πιστών;

Η διαφορά έχει να κάνει με την προσαρμογή της εκκλησίας στην ηλεκτρονική εποχή. Οι περισσότερες εκκλησίες έπαψαν τις παλιές, συμβατικές αλλά χαμηλής έντασης και μελωδικές, καμπάνες και εξοπλίστηκαν με «ηλεκτρικές καμπάνες, μεγαφωνικά συστήματα στον προαύλιο χώρο, κρούσεων των ωρών με ειδικό μηχανισμό συνδεδεμένο με το ωρολόγιο του ιερού ναού. Κονσόλα μέσα στο ιερό του ναού, με διακόπτες τους οποίους ανάλογα με το μυστήριο (Γάμος, Κηδεία, Βαφτίσια, Λειτουργία κ.λπ.) ή ανάλογα με το εορτολόγιο, χειριζόταν ο ιερέας, ρυθμίζοντας ταυτόχρονα αν θα κτυπούσαν, δύο ή τρεις καμπάνες. Η εγκατάσταση των ως άνω συστημάτων έγινε το 1995. Έως τότε, ο ναός στερούνταν οποιασδήποτε εξωτερικής ή εσωτερικής μηχανολογικής εγκατάστασης.» Το παραπάνω απόσπασμα αποτελεί μέρος της αναφοράς της οικογένειας Καμηλάκη Μανώλη στις αρχές του 1997 στο γραφείο περιβάλλοντος Ν.Α. Ηρακλείου Κρήτης θέτοντας το ζήτημα της ηχορύπανσης και των άλλων οχλήσεων που αναφέρει. Ο Συνήγορος του Πολίτη με αφορμή αυτή την υπόθεση, διαπιστώνει ότι «το πρόβλημα της εκπομπής θορύβου από μηχανολογικές εγκαταστάσεις ναών (ενοριών Ν.Π.Δ.Δ) συνιστά, πρόβλημα ηχορύπανσης και επομένως, πρόβλημα υποβάθμισης του περιβάλλοντος και διακινδύνευσης της δημόσιας υγείας».

Ο Βαγγέλης Τσιτούρας, μεγαλοκατασκευαστής καμπανών με παραδοσιακή οικογενειακή επιχείρηση από τον πατέρα του που ελέγχει το 75% της αγοράς αναφέρει στην «Ελευθεροτυπία»: «Το πρόβλημα είναι οι φάλτσες, οι παράφωνες καμπάνες. Έχουμε ντεσιμπελόμετρο και μπορούμε να φέρουμε τον ήχο στα επιτρεπτά όρια παρ’ ότι οι ιερείς μάς ζητούν πιο δυνατές καμπάνες. Προτείνω να μειωθεί ο θόρυβος 10% με 12% σε περιοχές όπου εκκλησίες είναι δίπλα σε σπίτια και πολυκατοικίες. Να γίνεται μελέτη για να μη στριγγλίζει η καμπάνα. Ανάλογα με αυτήν πρέπει να τοποθετείται και ο μηχανισμός για να είναι καλόηχη. Όταν σε ένα καμπαναριό έχουμε 3-8 καμπάνες, πρέπει να γίνει μελέτη για να έχει η μια νότα σχέση με την άλλη. Η κωδωνοκρουσία αλλάζει από περιοχή σε περιοχή· έχουμε πάνω από 200 κωδωνοκρουσίες σε όλη την Ελλάδα. Αυτή εξαρτάται από τη μελωδικότητα των καμπανών και την έμπνευση του κωδωνοκρούστη. Άμα δεν υπάρχει μελέτη της εκκλησιαστικής ακουστικής, είναι να φεύγεις τρέχοντας».

Αυτό είναι το πρόβλημα λοιπόν και όχι ότι κάποιοι ξεκίνησαν πόλεμο στην εκκλησία ή είναι αργόσχολοι και δεν έχουν με τι να ασχοληθούν. Υπάρχουν άνθρωποι που δεν μπορούν να κοιμηθούν από το ρολόι της εκκλησίας που χτυπάει ασταμάτητα όλες τις ώρες και άλλοι που εξαφανίζονται από τα σπίτια τους κάθε Κυριακή πρωί για να αποφύγουν την ζωντανή μετάδοση της λειτουργίας από τα μεγάφωνα (ούτε καν ηχεία). Ευτυχώς πολλοί κληρικοί το έχουν αναγνωρίσει και έχουν σταματήσει με δική τους πρωτοβουλία την αναμετάδοση από μεγάφωνα και τη λειτουργία της καμπάνας τις ώρες της κοινής ησυχίας. Σε αυτό το πνεύμα κινείται άλλωστε και εγκύκλιος που έστειλε στις 2/7/2013, ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος προς «Άπαντα τον Ιερόν Κλήρον» της Αρχιεπισκοπής αναφέροντας ««Δια του παρόντος και κατόπιν σχετικών διαμαρτυριών, εκφρασθείσων υπό ενίων πολιτών, εφιστώμεν την προσοχή υμών περί του θέματος της υπερβολικής και ακρίτου χρήσεως των κωδώνων των ιερών ναών».

Ελπίζουμε να κινηθούν περισσότεροι κληρικοί και κοσμικοί προς αυτή την κατεύθυνση έτσι ώστε να βρεθεί μία λύση ικανοποιητική. Σίγουρα πάντως δεν είναι θέμα μόνο ιδιωτών αλλά και πολιτείας. Επείγει η έκδοση ερμηνευτικής εγκυκλίου από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υ.ΠΕ.ΧΩ.ΔΕ. με σκοπό την αναγνώριση της υπαγωγής των θρησκευτικών ΝΠΔΔ στις διατάξεις του Π.Δ. 1180/81 σαν δυνητικές πηγές –φορείς ηχορύπανσης από τις μηχανολογικές εγκαταστάσεις τους, έτσι ώστε να είναι δυνατό να ελεγχθούν όπως οι υπόλοιπες πηγές ηχητικής όχλησης. Υπάρχει εξάλλου νομολογία πολιτικών δικαστηρίων που αιτιολογημένα αναγνωρίζει την ηχορύπανση από εγκαταστάσεις κωδωνοστασίου ναών, ως μορφή προσβολής της προσωπικότητας (υπ αρ’ 1214/2003 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Βόλου).

Μία νομοθετική ρύθμιση που θα όριζε σαφώς τις ώρες που επιτρέπεται και τις ώρες που δεν επιτρέπεται να χτυπάνε οι καμπάνες καθώς και τα όρια της έντασης που είναι επιτρεπτό να κυμαίνεται θα έδινε λύση σε ένα χρόνιο πρόβλημα που ταλαιπωρεί καθημερινά ένα μεγάλο αριθμό πολιτών.

Εγκύκλιος: http://www.tovima.gr/files/1/2013/07/1852_Egkyklios_38.pdf

Έχει τελειώσει μεταπτυχιακό στο τμήμα περιβάλλοντος του Πανεπιστημίου Αιγαίου. Του αρέσει η φωτογραφία και το ποδήλατο.

Συζήτηση2 Σχόλια

  1. Δημήτρης Λαβατσής

    Έχεις απόλυτο δίκιο.Γεγονός είναι βέβαια ότι αυτό δεν συμβαίνει μόνο την πόλη αλλά και στα χωριά.

  2. Βασίλης Μούσκουρης

    Είναι ένα ζήτημα που με προβληματίζει χρόνια και με λυπεί ότι, πολλοί άνθρωποι της εκκλησίας που υπεραμύνονται της κωδωνοκουσίας αδιακρίτως, αυτό που δεν σκέφτονται είναι ο συνάνθρωπος. Τί είναι σπουδαιότερο: Να τηρείται το έθιμο της κωδωνοκρουσίας έτσι αδιακρίτως, ή να μην ενοχλείται και σκανδαλίζεται ο συνάνθρωπος; Η λύση είναι ακριβώς στη μέση όπως λέει κι ο Στέλιος. Δεν μιλάμε για κατάργηση της καμπάνας, αλίμονο, αλλά για λελογισμένη χρήση με κριτήριο πάντα τον συνάνθρωπο που είναι δικαίωμά του να ενοχλείται. Το κακό βέβαια ξεκινάει από την αυτοματοποίηση. Αυτό, σε συνδυασμό με την εκκωφαντική ένταση, είναι αφόρητο. Η χειροκίνητη κωδωνοκρουσία έχει τη χάρη ότι καμιά κρούση δεν είναι ολόιδια με την άλλη, ούτε σε ένταση ούτε σε χρονική διάρκεια, γιατί υπάρχει η ανθρώπινη «ατέλεια», στοιχείο όμως που κάνει το τελικό αποτέλεσμα πιο γλυκό, πιο χαριτωμένο, πιο υποφερτό και γοητευτικό. Γιατί τώρα οι ιερείς προτίμησαν τέτοιους αυτοματισμούς, δεν ξέρω αλλά δεν συνάδει με το πνεύμα της Εκκλησίας, την απλότητα, ταπεινότητα και το ανθρώπινο στοιχείο παντού. . . Ακόμη και στα παιδάκια που έχουν χαρά να χτυπούν τις καμπάνες.

Άφησε σχόλιο