Το έργο της Καλλιρρόης Παρρέν

0

“Ζωή ενός έτους, Επιστολαί Αθηναίας προς Παρισινήν, 1896-1897
 
της Ανατολής Βροχαρίδου

Η Καλλιρρόη Παρρέν (1861-1940), υπήρξε μια από τις πρώτες φεμινίστριες που πάλεψε με δυναμισμό, επιμονή και μεθοδικότητα για τα δικαιώματα του φύλου της. Ήταν η ψυχή της έκδοσης «Εφημερίς των Κυριών», ενός εντύπου που στόχευε στην πνευματική και κοινωνική ανύψωση της γυναίκας, με την παροχή πλήρων δικαιωμάτων στην εκπαίδευση και την εργασία. Η Καλλιρρόη Παρρέν κατόρθωσε να επιβάλει τον διεκδικητικό λόγο της και να συγκεντρώσει γύρω της τις λίγες γυναίκες της εποχής, που µπορούσαν να υποστηρίξουν το εξωφρενικό, για τα τότε δεδοµένα, όραµα της γυναικείας χειραφέτησης.

Γεννηµένη το 1859 στα Πλατάνια του Αµαρίου Ρεθύµνης, γόνος της αρχοντικής γενιάς των Σιγανών, η Καλλιρρόη φοίτησε από το 1867, ως εσωτερική στη Σχολή Καλογραιών του Πειραιά και στη συνέχεια στο Αρσάκειο, απ’ όπου αποφοίτησε ως δασκάλα το 1878. Για δύο χρόνια πήγε στην Οδησσό να διευθύνει το εκεί Παρθεναγωγείο και κατόπι στην Αδριανούπολη. Το 1886 επέστρεψε στην Αθήνα και την ίδια χρονιά παντρεύτηκε τον Γάλλο φιλέλληνα δηµοσιογράφο, εγκατεστηµένο στην Κωνσταντινούπολη, Ιωάννη Παρρέν, ιδρυτή του «Αθηναϊκού Πρακτορείου Ειδήσεων». Πολλαπλή υπήρξε η δραστηριότητα της Παρρέν. Εκτός από τη διεύθυνση – επί τριάντα ολόκληρα χρόνια – της Εφηµερίδος των Κυριών και την αρθρογραφία της σ’ αυτήν, συνεργαζόταν και µε τις µεγάλες καθηµερινές εφηµερίδες Ακρόπολη, Εστία, Εµπρός κ.ά.

Στη Δημόσια Κεντρική Ιστορική Βιβλιοθήκη “Κοραής” υπάρχει το έργο της Καλλιρρόης Παρρέν “Ζωή ενός έτους, Επιστολαί Αθηναίας προς Παρισινήν, 1896-1897 που εκδόθηκε στην Αθήνα το 1897, από το τυπογραφείο Παρασκευά Λεωνή. Όπως αναφέρει η ίδια η συγγραφέας, στο βιβλίο περιέχονται ανοιχτές επιστολές προς την “καλήν της φίλην” στο Παρίσι για την ενημέρωσή της σχετικά με ζητήματα που απασχολούν τον γυναικείο κύκλο και “καθημεριναί εντυπώσεις”, όπου αναφέρονται διάφορα κοινωνικά θέματα. Οι επιστολές είναι γραμμένες στην καθαρεύουσα, κατά τη συνήθεια της εποχής, αλλά καθώς δεν χρησιµοποιούσε την ακραία µορφή της καθαρεύουσας, το κείμενο γίνεται εύκολα κατανοητό από τον αναγνώστη.

Το βιβλίο αποτελείται από τετρακόσιες ενενήντα τρεις σελίδες και στον πίνακα περιεχομένων αναφέρονται οι επτά θεματικές των επιστολών. Παρουσιάζονται παρακάτω τα κεφάλαια με τις θεματικές των επιστολών και περιληπτικά ορισμένες από τις επιστολές που αναδεικνύουν το έργο και τις πεποιθήσεις της Καλλιρρόης Παρρέν.

Στο Α΄ Κεφάλαιο περιλαμβάνονται επιστολές με τον τίτλο “Εντυπώσεις εκ του καθ’ εκάστην Αθηναϊκού βίου”.

Στην επιστολή με τίτλο “Το γυναικείον ζήτημα και ο Ριζοσπάστης της Ακροπόλεως” η Καλλιρρόη Παρρέν, αναγνωρίζει στον γράφοντα με την υπογραφή “Ριζοσπάστης” τη δύναμη του λόγου, την ευρύτητα ιδεών και την τολμηρότητα των θεωριών του, το πνεύμα και τις αρχές του αλλά επισημαίνει πως υπάρχουν κάποιες ιδέες του γράφοντα, που μπορεί να καταστούν βλαβερές για το γυναικείο ζήτημα.

Στην επιστολή με τίτλο “Η πριγκίπισσα Σοφία υπέρ του κόσμου των μικρών” , αναφέρεται στην απόφαση της πριγκίπισσα Σοφίας για την ίδρυση Νοσοκομείου Παίδων και την πρόθεσή της να προσκαλέσει κόρες από τις πιο εκλεκτές τάξεις της κοινωνίας, με μόρφωση ψυχής και ήθους

και συναίσθηση της μεγάλης αποστολής τους, να αναλάβουν τις τιμητικές θέσεις, ως παραστάτιδες των μικρών πασχόντων.

Στο Β΄ Κεφάλαιο περιλαμβάνονται επιστολές με τον τίτλο “Εντυπώσεις ἐκ της ζωής τῶν λουτρών”. Η Καλλιρρόη Παρρέν περιγράφει τις εντυπώσεις της από τις διακοπές της στο Λουτράκι, από την επίσκεψή της στην Παλαιά Κόρινθο και Ακροκόρινθο και περιγράφει τη ζωή των χωρικών με γλαφυρά χρώματα.

Στο Γ΄ Κεφάλαιο περιλαμβάνονται επιστολές με τον τίτλο “Εντυπώσεις ἐκ των εξοχών και επαρχιακών πόλεών μας”. Η Καλλιρρόη Παρρέν περιγράφει τις εντυπώσεις της από το Τατόϊ, την Τήνο και το Μαρούσι.

Στο Δ΄ Κεφάλαιο περιλαμβάνονται επιστολές με τον τίτλο “Εντυπώσεις εκ του πολέμου”. Η Καλλιρρόη Παρρέν κάνει αναφορές στον Ελληνοτουρκικό Πόλεμο του 1897, γνωστός στην Ελλάδα και ως Μαύρο ’97 ή Ατυχής πόλεμος. Ο πόλεμος μεταξύ της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και του Βασιλείου της Ελλάδας το 1897 ξεκίνησε με άμεση αφορμή το Κρητικό Ζήτημα, στο οποίο η Ελληνική πλειοψηφία της Οθωμανικής επαρχίας της Κρήτης επιθυμούσε την Ένωση με την Ελλάδα. Αναφέρεται , επίσης, στις ταλαιπωρίες των προσφύγων από την Κρήτη και από άλλα μέρη της Ελλάδος, και απευθύνεται στα χριστιανικά αισθήματα των κατοίκων παροτρύνοντάς τους να φιλοξενήσουν οικογένειες προσφύγων, καθώς οι τοπικές αρχές φαίνονται αναποτελεσματικές στη διαχείριση του ζητήματος. Στην επιστολή με τίτλο “‘Όλαι και όλοι ένοχοι” αποδίδει ευθύνες σε όλο τον Ελληνικό λαό, ο οποίος όταν κηρύχθηκε ο πόλεμος επέδειξε ενθουσιασμό, αλλά στη συνέχεια δε φρόντισε για την ενδυνάμωση του ελληνικού στρατού με άνδρες ακμαίους, καθώς αρκετοί εξ αυτών φρόντισαν να πάρουν απαλλαγή και δεν αγωνίστηκαν υπέρ της τιμής και της ελευθερίας της παρτίδας τους. Επιρρίπτει ευθύνες και σε εξέχοντες και επιφανείς Έλληνες, οι οποίοι δεν άνοιξαν τα ταμεία τους για να οπλίσουν το στρατό και ενδύσουν τους εθελοντές. Τέλος, επιρρίπτει ευθύνες και στις γυναίκες που δεν έμαθαν καλά την τέχνη να μορφώνουν πατριώτες και άντρες αντάξιους των μεγάλων εθνικών παραδόσεων. Καλεί τις γυναίκες σε άλλη σχετική επιστολή να αλλάξουν ζωή και τρόπο σκέψης έτσι ώστε να αλλάξουν το κοινωνικό και ηθικό καθεστώς. Αναφέρει συγκεκριμένα πως “εάν ο Ναπολέων ζητούσε στρατιώτες από τις μητέρες της Γαλλίας, εγώ χωρίς να είμαι Ναπολέων θα ζητούσα πολίτες από τις Ελληνίδες μητέρες, πολίτες που να έχουν συναίσθηση των καθηκόντων τους και των υποχρεώσεών τους προς την πατρίδα. Σε επόμενη επιστολή της αναφέρεται στην έκφραση “δεν βαριέσαι” και “δεν πειράζει” τα οποία από φυλή γιγάντων μας μεταμόρφωσαν σε φυλή νάνων και προτείνει τη διαγραφή τους από το λεξικό μικρών και μεγάλων, όπως, επίσης, προτείνει τη θεραπεία από την πολυσήμαντην και πολυώδυνον φράση “θα διορθώσεις το Ρωμαίικο”, η οποία “στις τρεις αυτές λέξεις ενέχει όση μωρία, τόσο και ύβρη εναντίον όλων μας μαζί και ενός εκάστου χωριστά”.

Η επιχειρηματολογία της Παρρέν για τα γυναικεία ζητήματα στηρίχτηκε στις πηγές της παράδοσης, της φιλανθρωπίας και του εθνικισμού. Η γυναίκα έπρεπε να μορφωθεί, ώστε να γίνει άξια σύζυγος και μητέρα, να διαπαιδαγωγήσει τον ικανό στρατιώτη που θα αγωνιστεί για την υλοποίηση της Μεγάλης Ιδέας, να προστατευτεί ηθικά και βιολογικά από τους κινδύνους της εργασίας στις βιοτεχνίες.

Στο Ε’ Κεφάλαιο περιλαμβάνονται επιστολές με τον τίτλο “Η γυναικεία δράσις”. Σε μια επιστολή εξ αυτών, η Καλλιρρόη Παρρέν αναφέρεται στη βυζαντινή διηγηματογράφο Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου, την οποία φιλοξενούσε και για την οποία λυπάται, επειδή οι προλήψεις και οι παραδόσεις την κρατούν «δεσµίαν εις το παλαιόν καθεστώς». Αναφέρει στην επιστολή της πως “η δεσποινίς Παπαδοπούλου δεν επιθυµεί ούτε ν’ ακούσει περί γυναικείου ζητήµατος. ∆ιατί; Ίσως διότι ζει εις τόπον, εις τον οποίον βασιλεύει ο γυναικωνίτης και οι ευνούχοι κρατούν από του άκρου του µαστιγίου των ποίµνια όλα γυναικών, ώστε µόνη η ιδέα του νέου καθεστώτος την τροµάζει. Το πνεύµα της έχει συνηθίσει να θεωρεί την γυναίκα ον αποκλειστικώς κατοικίδιον και προορισµένον µόνον δια την διαιώνισιν του είδους”. Σε άλλες δύο επιστολές της αναφέρεται στο ρόλο των συνεδρίων των γυναικών σε διάφορες ευρωπαϊκές πόλεις και στην Αμερική και επισημαίνει πως αποτελούν τον κυριώτερο μοχλό και πολυτιμότερο παράγοντα της γυναικείας κίνησης. Όπως αναφέρει, “ό,τι εθεωρείτο γελοίον κατέστη ήδη θέμα σοβαράς συζητήσεως, ό, τι εκρίνετο ως μέλλον να επιφέρη σπουδαίον κλονισμόν εις το κοινωνικόν οικοδόμημα απεδείχθη αναγκαίον, όπως στηριχθή και μη καταρρεύσει το οικοδόμημα τούτο”. Η Καλλιρρόη Παρρέν χάρη στη γλωσσοµάθεια της (µιλούσε γαλλικά, αγγλικά, ιταλικά και ρωσικά) µπορούσε να ταξιδεύει άνετα στο εξωτερικό και να συµµετέχει σε διεθνή συνέδρια για τα δικαιώµατα της γυναίκας στο Σικάγο (1893), Λονδίνο (1899), Παρίσι (1889, 1891 και 1896) και αλλού.

Στην επιστολή της με τίτλο “Αι πρώται διδάκτορές μας. Γυναικείος θρίαμβος” αναφέρεται με ενθουσιασμό στην αγόρευση των δύο αδελφών, Αγγελικής Παναγιωτάτου και Αλεξάνδρας Παναγιωτάτου σε διδάκτορες με το βαθμό παμψηφεί “Άριστα” στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Στην επιστολή με τίτλο “ Το Άσυλόν μας των εργατίδων” αναφέρεται στο Άσυλο της Αγίας Αικατερίνης που ίδρυσε η ίδια το 1893 και το οποίο υποστήριζε τις άπορες εργάτριες και οικιακές βοηθούς, που ‘ξεστράτιζαν’ και κινδύνευαν να καταλήξουν σε πορνεία, παρέχοντας τους στέγη και τροφή, διότι, όπως αναφέρει, “η φιλανθρωπία δεν εξασκείται υποκειμενικώς, δεν σκοπεί μόνο στην ικανοποίηση μιας ηθικής ανάγκης της καρδίας, αλλά ανταποκρίνεται και εις ανάγκας κοινωνικάς, εις ανάγκας εθνικάς, των οποίων αποβαίνει ο ισχυρότατος παράγων”.

Στο ΣΤ΄ Κεφάλαιο περιλαμβάνονται επιστολές με σχετικές με τη θεματική “Οι άνδρες μας περί του γυναικείου ζητήματος”. Στην επιστολή της με τίτλο “ Ο κ. Ροΐδης και η πολεμική του” αναφέρει ότι ο κ. Ροΐδης ευρύνων τον κύκλο της κριτικής επετέθη καθ’όλων των γραφουσών Ελληνίδων και της ίδιας, καθώς δεν μπορεί να της συγχωρήσει ότι ζητά να πείσει τις ομοφύλους της ότι ο Θεός τους έδωσε νου για να τον καλλιεργήσουν και χέρια για να τα θέσουν σε ενέργεια και να εργαστούν, για να μη πεθάνουν από την πείνα.

Κατά τον Ροΐδη, οι γυναίκες που καταπιάνονταν με θέματα που ξέφευγαν από τα γυναικεία ενδιαφέροντα ήταν δημιουργοί προβλημάτων. Τις φεμινίστριες τις χαρακτήρισε ανδρογύναικες, μιας και απέκτησαν ξαφνικά άποψη για κάθε κοινωνικό, πολιτικό θέμα. Η σωστή και ηθική γυναίκα οφείλει να ασχολείται αποκλειστικά και μόνο με γυναικεία θέματα διαφορετικά φαίνεται ότι πιθηκίζουν μιμούμενες τους άντρες. Δύο είναι τα γυναικεία επαγγέλματα εκείνο της νοικοκυράς και το άλλο της εταίρας. Και σε αυτά θα πρέπει να περιοριστούν οι γυναίκες.

Στον αντίποδα ο Παλαμάς θα αρνηθεί την ύπαρξη των ανδρογυναικών και θα υποστηρίξει ανοιχτά πλέον το πρότυπο της νέας γυναίκας λέγοντας ότι η γυναίκα οφείλει να ασχοληθεί με οποιαδήποτε εργασία πνευματική ή χειρονακτική δεν έχει σημασία, αρκεί να μην μετατρέψει το σπίτι της σε χώρο ματαιότητας. Όπως αναφέρει η Καλλιρρόη Παρρέν στην επιστολή της με τίτλο “ Ο κ. Παλαμάς και το Γυναικείον ζήτημα” ο κ. Παλαμάς εξέφρασε την άποψη πως “ανδρογυναίκες δεν υπάρχουν, αλλά μόνον ισχυραί και μεγάλαι διάνοιαι, αι οποίαι ετίμησαν και τιμούν το φύλον τους και την ανθρωπότητα” και πως “η γυνή επλάσθη ίση προς τον άνδρα κατά τας νοητικάς δυνάμεις και κατά τας ηθικάς”.

Για τον κ Καρκαβίτσα, η Καλλιρρόη Παρρέν αναφέρει πως στην αρχή ήταν ποτισμένος με όλες τις προλήψεις της παλαιάς σχολής και με όλες τις ιδέες του παρωχημένου παρελθόντος. Μετά την πάροδο τριών ετών, στην επόμενη συνάντησή τους, ο κ. Καρκαβίτσας συνηγόρησε θερμότατα υπέρ του γυναικείου ζητήματος.

Στο Ζ΄ Κεφάλαιο περιλαμβάνονται επιστολές με τη θεματική “Η Ένωσις Ελληνίδων”. Το 1896 ιδρύθηκε με πρωτοβουλία της Καλλιρρόης Παρρέν το πρώτο φεµινιστικό ελληνικό σωµατείο η «Μεγάλη Ενωσις των Ελληνίδων», που είχε πέντε τµήµατα. Τη διεύθυνση του Επαγγελµατικού και Οικοκυρικού τµήµατος ανέλαβε η Καλλιρρόη Παρρέν και από το τµήµα αυτό δηµιουργήθηκε το 1897 η πρώτη «Οικοκυρική κι Επαγγελµατική Σχολή», όπου επί 30 χρόνια µορφώνονταν όχι µόνο τα κορίτσια του λαού, αλλά και κορίτσια των ανωτέρων κοινωνικών τάξεων.

Ένα από τα βασικά ζητήματα που θίγει η Καλλιρρόη Παρρέν μέσα από τις επιστολές της είναι εκείνο της εκπαίδευσης των γυναικών. Θεωρούσε ότι για να αποκτήσουν πρόσβαση οι γυναίκες σε καλύτερα επαγγέλματα, για να διεκδικήσουν καλύτερες συνθήκες εργασίας, αλλά και για να αποκτήσουν κάποια στιγμή πολιτικά δικαιώματα, έπρεπε πρώτα να έχουν πρόσβαση σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, όπως ακριβώς και οι άνδρες. Η Παρρέν θεωρούσε ότι η γυναικεία εκπαίδευση δεν ήταν απλά ένα γυναικείο ζήτημα που έπρεπε να λυθεί, αλλά ήταν εθνικό καθήκον των πολιτικών πλέον να ασχοληθούν με το άλλο μισό του πληθυσμού και να το συμπεριλάβουν στα πολιτικά τους. Όπως αναφέρει “ Ημείς όμως όλαι εδώ, πλούσιαι και πτωχαί, μικραί και μεγάλαι μόνον υπό τον όρον της πρακτικωτέρας μας μορφώσεως θα εξασφαλίσωμεν σχετικήν τινα ευτυχίαν, μετριάζουσαι τα αφόρητα βάρη του οικογενειακού προϋπολογισμού…”.

Στην τελευταία της επιστολή, 23 Οκτωβρίου 1897, αναφέρει με συγκίνηση και ενθουσιασμό τα εγκαίνια της Οικοκυρικής Σχολής και την πίστη της πως “η γυνή εύπορος ή άπορος οφείλει να εργάζεται. Η εργασία είναι ο μέγας και υπέρτατος της ζωής του ανθρώπου σκοπός”. Επιπροσθέτως, αναφέρει πως ανάμεσα στις μαθήτριες υπήρχε μια κόρη Τσάρων, μια κόρη του Αυτοκράτορος της Γερμανίας, οι εγγονές του Κολοκοτρώνη και του Κουντουριώτη. Αναφέρει, επίσης, πως τις τιμές της υποδοχής και την επίβλεψη είχε αναλάβει η έφορος κ. Ισαβέλλα Ψύχα, κόρη μιας των μεγαλυτέρων οικογενειών της Χίου η οποία “πρωτοστατεί μεριμνώσα, επιβλέπουσα, κανονίζουσα τα πάντα με την τάξιν και την ακρίβειαν και την μεθοδικότητα, η οποία χαρακτηρίζει τας μοναδικάς οικοκυράς της Χίου, τας μορφωθείσας εν Αγγλία”.

Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Κοζάνη. Σπούδασε προσχολική αγωγή και Αγγλική Γλώσσα και Φιλολογία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, εργάζεται ως εκπαιδευτικός στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση Χίου και από το 2012 είναι Υπεύθυνη Σχολικών Δραστηριοτήτων Π.Ε. Χίου.

Άφησε σχόλιο