Τα λαμόγια είναι παντοτινά

1

του Κώστα Ζαφείρη

λαμόγιο

Στο σχολείο ήταν από τους μαθητές τους μέτριους προς καλούς που αναπλήρωναν τα κενά με εντατικά φροντιστήρια καθώς και έμμεσες πιέσεις, εφόσον η οικογένεια ήταν από τις καλές οικογένειες της πόλης.

Σπούδασε σε ιδιωτικό πανεπιστήμιο του εξωτερικού, οικονομικά τι άλλο; Αυτό τον προφύλαξε και από τα πάθη της δεκαετίας του 1980, φοιτητικές παρατάξεις, αμφιθέατρα και τα σχετικά. Κάτι που αποδείχθηκε πολλαπλά χρήσιμο στη συνέχεια. Ήταν αχρωμάτιστος.

Στρατιωτικό έκανε ως βυσματίας δόκιμος σε γραφείο. Κάποιοι που υπηρέτησαν τον ίδιο καιρό έχουν να λένε για το γλείψιμο στους ανωτέρους και την περιφρόνηση στους κατωτέρους που έδειχνε.

Στα μέσα της δεκαετίας του 1990, εμφανίστηκε στην πόλη ως χρηματοοικονομικός σύμβουλος ανάπτυξης, επενδύσεων με γραφείο και καρτούλες απαραίτητα δίγλωσσες.

Οι άκρες της οικογένειας του φάνηκαν χρήσιμες. Παρότι ορκιζόταν στον ιδιωτικό τομέα, όλες τις δουλειές του τις έκανε με το δημόσιο. Μελέτες, μάρκετινγκ πλαν, αναπτυξιακά προγράμματα, όλα τα σφάζω κι όλα τα μαχαιρώνω. Τον βόλευε κιόλας ότι ήταν αχρωμάτιστος, ουδέτερος δηλαδή και τεχνοκράτης. Πράγμα που σήμαινε ότι τα είχε εξίσου καλά και με τις δυο τότε κυβερνώσες παρατάξεις, ανάλογα με το που φυσούσε ο αέρας.

Όσους μιλούσαν για πολιτική τους έπαιρνε συχνά στο ψιλό. Τα πράγματα ήταν ουδέτερα και αποστειρωμένα. Δυο και δυο κάνουν τέσσερα, έλεγε. Άσχετο ότι στη δική του την τσέπη κατέληγαν πέντε.

Αργότερα, όταν ήρθε στο προσκήνιο ο «πυρετός του χρηματιστηρίου», φούσκα τον αποκάλεσαν αργότερα, ήταν και πάλι ενεργά παρών. Με δική του χρηματιστηριακή από εκείνες που τζογάριζαν συντάξεις και μηνιάτικα των αχόρταγων και άπληστων ηλιθίων. Σερβίριζε μάλιστα και κάτι φληναφήματα περί αναδιανομής και «λαϊκού καπιταλισμού». Και καθώς τα υπέρογκα κέρδη ήταν τελικά μόνο εικονικά ποσά στις οθόνες των υπολογιστών αναγκάστηκε να φύγει νύχτα.

Επέστρεψε όμως όταν κατακάθισε ο κουρνιαχτός, κι όταν τη λαμογιά με τα χρηματιστήρια μπόρεσε να την αποδώσει στη γενικότερη καταστροφή. Άρα; Άρα εκείνος καθαρός, άσπιλος και αμόλυντος.

Ανακατεύτηκε με κάτι μυστήριες Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις με κρατική (κρατικότατη) χρηματοδότηση. Έπαιξε μπάλα στην πράσινη ανάπτυξη με κάτι σκοτωμένα φωτοβολταϊκά. Χώθηκε σε υπερτιμολογημένες συμβάσεις με ψηφιακές συγκλίσεις και ηλεκτρονική διακυβέρνηση.

Εν ολίγοις ο τύπος, πουλώντας στην ουσία αέρα κοπανιστό όλα αυτά τα χρόνια έβγαζε το παντεσπάνι του. Και το εξοχικό, και το τζιπ και το σκάφος του. Κι αυτόν τον αέρα τον κοπανιστό τον αγόραζε πανάκριβα το κράτος και όσοι το διαφέντευαν. Ήξερε να ελιχθεί, να γλείψει, να κολακέψει, να χρηματίσει, να εκβιάσει…

Ούτε όταν ήρθαν τα μνημόνια-δαιμόνια πτοήθηκε. Σιγά μην κώλωνε. Διάλεξε μεριά. Υπέρ των εχόντων την εξουσία, εννοείται. Κατακεραύνωνε όσους δήθεν παρασιτούσαν με περισπούδαστη γλώσσα. Τους άχρηστους, τους τεμπέληδες, τις συντεχνίες. Μιλούσε και ήταν σα να άκουγες editorial μεγάλων συγκροτημάτων τύπου. Στην αρχή ταρακουνήθηκε κάπως με τις πρόσφατες εκλογές, αλλά ευτυχώς τελικά ήρθαν υπεύθυνες δυνάμεις στα πράγματα και δεν χάλασε τη ζαχαρένια του.

Τις προάλλες, σε διπλανό τραπέζι, επιχειρηματολογούσε για το ξεχειλωμένο δημόσιο και το συμμάζεμα του. Χρησιμοποιούσε και την χιλιοειπωμένη παραβολή που έχει να κάνει με την ομελέτα, τα αυγά της και τα τσόφλια τους. Σε μια στιγμή μάλιστα σήκωσε τον τόνο της φωνής μιλώντας για τους «άχρηστους και τεμπέληδες εκπαιδευτικούς».

Ένας φίλος μου ψιθύρισε αργότερα ότι ο φωστήρας που σας διηγήθηκα, ανακατεύεται με κάτι κερδοφόρα και απροσδιόριστα: καινοτομίες, επιχειρηματικότητες, αξιολογήσεις και τα σχετικά. Αλληλούια, σκέφτηκα. Τα λαμόγια είναι σαν τα διαμάντια. Παντοτινά.

Έχει εκδώσει τα βιβλία "Η βία της βδομάδας" (1997), "Η εκδίκηση του τυπογράφου" (2006), "Αφάνεια" (2010), "Κόντρα Γέφυρα & άλλα διηγήματα" (2015) και "Η πόκα της πλημμύρας" (2017).

Συζήτηση1 σχόλιο

  1. Δημήτρης Λαβατσής

    Είναι τόσο πραγματική η περιγραφή σου που παραλίγο να σε πάρω τηλ/νο να σε ρωτήσω μήπως είναι ο ….

Άφησε σχόλιο