Ποιοι είναι στη φωτογραφία;

0

του Μιχάλη Μελαχροινούδη

Πάνε χρόνια που έχω χάσει παππούδες και γιαγιάδες, και τους Χιώτες από το σόι του πατέρα μου, και της μάνας μου με καταγωγή από τη Θράκη.

Ελλάδα σήμερα και τότε, ελληνισμός. Η γιαγιά, η Κομοτηνιά –δε ζει ούτε αυτή πια – με καταγωγή και ξεριζωμό, έξω από την Πόλη, η γιαγιά η Χιώτισσα με ρίζες στην Άνδρο και τη Σέριφο. Ποιος ξέρει ποιος άνεμος την έφερε εδώ;

Έρχεται 28η Οκτωβρίου και ακόμα θυμάμαι τον παππού μου τον Χιώτη, τον Στάμο, με το μουστάκι αλά Στάλιν να μας διηγείται την μία σταφίδα και τις ψείρες του μετώπου αλλά και κουρελήδες, με τα πόδια να γυρνούν στον Πειραιά και από εκεί να επιβιβάζονται στα καράβια για επιστροφή στη Χίο μετά την εισβολή των Γερμανών.

Δύσκολα χρόνια, άγρια. Ακόμα αγριότερη η πείνα και η δυστυχία που τους οδηγεί στις βάρκες του Αιγαίου στα μικρασιατικά παράλια και από εκεί στο Ντεκαμερέ της Αβησσυνίας, μικρό παιδί ο θείος μου, ακόμα μικρότερο ο πατέρας μου, καταυλισμός για την οικογένεια και σύρματα για τον παππού στην εξέγερση του δημοκρατικού στρατού. Α, ρε παππού και επιστροφή στο Χίο, και πάει κι ο Στάλιν πορτρέτο στη φωτιά από τη γιαγιά γιατί στο χωριό οι καιροί ήταν δύσκολοι και πονηροί. Μόνο το μουστάκι κράτησες και τα παράσημα, αργότερα πολύ αργότερα, από την Εθνική Αντίσταση και εκείνη την σύνταξη που σε ‘κανε να πίνεις νερό στο όνομα του Αντρέα.

Και τώρα τ’ αντίστροφα, «δεν είναι όλοι οι πρόσφυγες ίδιοι», «δεν είναι ούτε καν λαθρομετανάστες», λένε κάποιοι, «εμείς δεν κάναμε έτσι» λένε άλλοι, από τούτη την πλευρά του Αιγαίου ζούμε πλέον την ροή της Ιστορίας από τη μεριά των νικητών, ε;

Απόγνωση, πόνος, ό,τι μπορώ και δεν μπορώ, ατομικά, συλλογικά δεν φτάνει, μ’ ένα σακίδιο, μέσα στη βροχή, άστεγοι, δεκάδες, εκατοντάδες, τους βλέπεις βγάζουν φωτογραφίες με τα ολοκαίνουρια κινητά τους για να επιβεβαιώσουν έστω μία μικρή, πρώτη νίκη ζωής και αυτό ακόμα γίνεται αντικείμενο σχολίων, «ύποπτοι και ποιοι είναι αυτοί;»

Παππού, πίσω στην κιτρινισμένη φωτογραφία με δυσκολία διέκρινα την πολυκαιρισμένη γραφή – την ιστορία της οικογένειας στον πόλεμο μάς ζήτησε ο δάσκαλος στο σχολείο – ας είναι οι selfies των πονεμένων ανδρών και γυναικών, παιδιών και γερόντων μία ελπίδα κι απόδειξη ότι τελικά θα νικήσει η ζωή.

Χιώτης που μαστορεύει και καταγίνεται με τις λέξεις προσπαθώντας να τις βάλει σε μία σειρά

Άφησε σχόλιο