Από το Μουσείο Αντιμονίου στο Μουσείο Μαστίχας

2

του Βαγγέλη Χαρίτου

Το κτίριο διοίκησης της Γαλλικής Εταιρείας

Σε μερικές ημέρες (11 Ιουνίου) θα εγκαινιαστεί ένα σημαντικό έργο για τη Χίο στον τομέα της ιστορίας και του πολιτισμού. Δεν είναι άλλο από το Μουσείο Μαστίχας, το όγδοο κατά σειρά μουσείο που ιδρύει το “Πολιτιστικό ίδρυμα ομίλου Πειραιώς (Π.Ι.Ο.Π). Στόχος του μουσείου είναι η ανάδειξη της ιστορίας, των χρήσεων αλλά και όλων των χαρακτηριστικών παραγωγής του προϊόντος, τόσο στην καλλιέργεια, όσο στη βιομηχανική επεξεργασία και διάθεση.

Με αφορμή τη λειτουργία του νέου μουσείου, θα ήταν ενδιαφέρον να θυμηθούμε μια προγενέστερη προσπάθεια που ακολούθησε την ίδια ακριβώς προκαταρκτική διαδικασία (μελέτες, σχέδια, συλλογή μαρτυριών κλπ) , αλλά δυστυχώς δεν προχώρησε στη πραγμάτωση. Δεν είναι άλλη από τη δημιουργία του “Μουσείου παραγωγής Αντιμονίου”, στις εγκαταστάσεις του παλιού μεταλλείου στη Κέραμο της Βόρειας Χίου.

Το 1997 κι έπειτα από πρόσκληση της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Χίου, φτάνει στη Χίο κλιμάκιο μελετητών από το Πολιτιστικό και Τεχνολογικό Ίδρυμα της τράπεζας ΕΤΒΑ (Π.Τ.Ι-ΕΤΒΑ), που ήταν ο πρόγονος του Π.Ι.Ο.Π. Το κλιμάκιο αποτελούνταν από τους: Αντώνιο Φραγκίσκο, μεταλλειολόγο ομότιμο καθηγητή Ε.Μ.Π, Ασπασία Λούβη Βυζαντινολόγο, Νίκο Μπελαβίλα αρχιτέκτονα, Βάσω Τορβά, αρχιτέκτων μηχανικό και την Ανδρομάχη Οικονόμου εθνολόγο, για να μελετήσει το χώρο των μεταλλείων.

Ακολούθησε η σύνταξη προκαταρκτικής μελέτης, στην οποία τέθηκαν και οι κατευθυντήριες γραμμές: Μετά την αποκατάσταση των κτιρίων αλλά και των δυο παραγωγικών φάσεων (Γαλλικής Εταιρείας και Μποδοσάκη), ως πυρήνας του μουσείου και πόλος έλξης των επισκεπτών ήταν το διοικητήριο της Γαλλικής Εταιρείας, όπου ο επισκέπτης θα αντλούσε πληροφορίες για:

α) τα γεωλογικά δεδομένα του νησιού ως προς την εγκατάσταση των μεταλλείων,
β) την ταυτότητα των ορυκτών,
γ) τις διαδικασίες παραγωγής και επεξεργασίας του μεταλλεύματος έως τη τελική φόρτωσή του και
δ) την ιστορία εγκατάστασης των μεταλλείων στο συγκεκριμένο χώρο και τις σχέσεις με το υπόλοιπο νησί.

Οι επισκέπτες έπειτα θα κινούνταν προς τις βοηθητικές εγκαταστάσεις (οικία μηχανικών, φούρνους, αποθηκευτικούς χώρους, οικία διευθυντή, εξέδρα φόρτωσης κλπ) και σε αποκαταστημένα τμήματα των στοών εξόρυξης, καθώς και τον εγκαταλελειμμένο οικισμό Λαρδάτο πάνω από τα μεταλλεία. Η δημιουργία του μουσείου θα γινόταν από τα Ευρωπαϊκά προγράμματα και την ευθύνη λειτουργίας θα είχε το Π.Ι.Ο.Π., ενώ μια πενταμελής επιτροπή παρακολούθησης αποτελούμενη από δυο μέλη από το ίδρυμα, δυο από την τοπική αυτοδιοίκηση και ένα από το ΥΠ.ΠΟ. θα εξασφάλιζε τη διαφάνεια της λειτουργίας.

Τέλος το κόστος λειτουργίας θα καλυπτόταν για πενήντα χρόνια από την Τράπεζα Πειραιώς. Το Μάρτιο του 1998 η μελέτη παρουσιάστηκε στη κοινωνία της Χίου στο Ομήρειο Π.Κ.Δ.Χ, αποσπώντας το θαυμασμό του κοινού, για την ευαισθησία και την προσοχή με την οποία οι μελετητές αποκαθιστούσαν το χώρο, με ελάχιστες νέες παρεμβάσεις.

Εγκαταστάσεις Μποδοσάκη: Δεξαμενές επίπλευσης.
Εγκαταστάσεις Μποδοσάκη: Δεξαμενές επίπλευσης.

Η εγκατάσταση του Χημείου
Η εγκατάσταση του Χημείου

Δυστυχώς η πρόταση δεν προχώρησε. Μάλλον οι αιρετοί που κλήθηκαν να διαχειριστούν τις τύχες του τόπου μετά το 1998 είχαν άλλες προτεραιότητες-όπως φάνηκε από τις επιλογές τους- και όχι έναν σημαντικό πόλο έλξης επισκεπτών για την παραμελημένη περιοχή της Αμανής. Η επιφυλακτική ή ακόμα και αρνητική στάση των αιρετών της εποχής, αφήνεται να εννοηθεί και από την πλευρά του ΠΙΟΠ, που κάνει λόγο για “αφοπλιστικά τυχαία” συγκυρία, τόσο για το μουσείο Αντιμονίου, όσο και για το Υπαίθριο μουσείο μεταλλευτικών δραστηριοτήτων και ορυκτού πλούτου στο Μεγάλο Λιβάδι Σερίφου που μελετήθηκε την ίδια εποχή και επίσης δεν ευδοκίμησε.

Σε περιπτώσεις παρόμοιες με την Αμανή η ίδρυση ενός μουσείου, βοήθησε στη τόνωση του ρεύματος των επισκεπτών. Έτσι για παράδειγμα στη Δημητσάνα το 1997, όταν ιδρύθηκε το μουσείο υδροκίνησης (το πρώτο χρονολογικά μουσείο του ΠΙΟΠ) επισκέπτονταν τη Δημητσάνα 1000 επισκέπτες ετησίως, ενώ πέντε χρόνια αργότερα έφτασαν τις 45.000. Τελικά προωθήθηκε το 2003 από την τοπική αυτοδιοίκηση και την Ένωση Μαστιχοπαραγωγών η ίδρυση του μουσείου μαστίχας, που θα κατασκευαζόταν αρχικά στη πόλη της Χίου. Τον Ιούνιο του 2006 επισκέφτηκαν τη Χίο στελέχη του ΠΙΟΠ για να επιλέξουν την καταλληλότερη τοποθεσία και επελέγη έκταση ιδιοκτησίας της ΕΜΧ στη περιφέρεια του Πυργίου. Το Μάιο του 2011, εντάχθηκε στο ΕΣΠΑ με προϋπολογισμό 9,2 εκ Ευρώ.

Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει τη συμβολή του νέου μουσείου στη προβολή της μαστίχας και γενικά της Χίου, όμως σε αντίθεση με το μουσείο αντιμονίου αφενός δεν αποκαθίσταται ένα υπάρχον ιστορικό κτίριο, αλλά κτίστηκε ένα νέο και αφετέρου η επεξεργασία και συσκευασία της μαστίχας δεν γινόταν ποτέ στο Πυργί αλλά στη πόλη της Χίου, ενώ στη Κέραμο είναι ο αυθεντικός χώρος παραγωγής. Μακάρι σύντομα να ακολουθήσει και η αποκατάσταση των μεταλλείων, όπως ο μελετητής του χώρου κ. Μπελαβίλας αναφέρθηκε σε αυτή, σε εκδήλωση της Βιβλιοθήκης Κοραή το 2013. Η διάσωση του σημαντικού βιομηχανικού μνημείου είναι σημαντική, ώστε η Βόρεια Χίος να αποκτήσει ένα χώρο διαφύλαξης και προβολής μέρους της ιστορίας της και σπουδαίο πόλο έλξης επισκεπτών.

Γεννήθηκε το 1982 στο Παλαιό Φάληρο Αττικής, με καταγωγή από τα Θυμιανά της Χίου. Από το 2005 ζει μόνιμα στη Χίο. Έχει εργαστεί ως Συντηρητής Αρχαιοτήτων στο δημόσιο και ιδιωτικό τομέα.

Συζήτηση2 Σχόλια

  1. Βασίλης Αγιαννίδης

    Ευχαριστούμε για το ωραίο κείμενο και τις πληροφορίες. Συμφωνώ με τις άποψεις σου για την δημιουργία των δύο μουσείων. Βασίλης Αγιαννίδης

Reply To Ευθύμης Μονίαρος Cancel Reply