Ο Αη Βασίλης και η πιπίλα

1

της Φρόσως Χατόγλου

Ο Αη Βασίλης είναι μια κυρίαρχη, παγκόσμια παραμυθική μορφή που επιμένει να συντηρείται με μια κοινή συνωμοσία μικρών και μεγάλων. Κάποιοι προσπαθούν να τον «σκοτώσουν», προκειμένου να μην καλλιεργούν ψευδαισθήσεις στα παιδιά. Κάποιες κακιώνουν  στη Σταχτοπούτα και  στον πρίγκιπα Βάτραχο, γιατί κληροδοτούν ψευδείς ελπίδες και προσμονές σε μια σκληρή και άδικη κοινωνία, προετοιμάζοντας ένα ψυχολογικό έδαφος τραγικής απομυθοποίησης για την ενήλικη προσγείωση.

Έχω κι εγώ κακιώσει με τη Σταχτοπούτα. Ναι, εγώ, που δεν είμαι απλά μέλος, αλλά στέλεχος του κλαμπ, έχω κακιώσει κατά καιρούς με τα παραμύθια. Είναι τότε που πονάει η διάψευση, τότε που η πραγματικότητα δεν σου αφήνει περιθώρια να ελπίσεις πια και λες καλύτερα να μην με είχανε «παραμυθιάσει»! Εκείνο το «Έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα» κάθεται αχώνευτο στο στομάχι όσα χρόνια κι αν περάσουν…

Τα παραμύθια λοιπόν στο εδώλιο με την κατηγορία  της εξαπάτησης κατ’ εξακολούθηση:

«Παραμυθία» αρχικά σήμαινε «παρηγοριά», εκείνα δηλαδή  που έλεγαν στο προσκέφαλο ενός άρρωστου. Συνεκδοχικά, αφού αναγκαστικά ψεύδονταν, κατέληξε να σημαίνει την ψεύτικη, τη φανταστική ιστορία.

Στη βάση του παραμυθιού κρύβεται η παρηγοριά μπροστά στο Φόβο. Είναι μια ανάγκη που ξεκινά από φυλογενετικά παλαιότερες  δομές του νευρικού μας συστήματος. Γι αυτό και όσο πιο πρωτόγονοι οι λαοί, τόσο πιο ενσωματωμένα στη ζωή τους είναι τα παραμύθια (όπως οι Αβορίγινες).  Λαοί που ποτέ δεν συναντήθηκαν βρέθηκε να έχουν ίδιους μύθους, γιατί το παραμύθι  παρηγορεί τους κοινούς ανθρώπινους Φόβους. Έχει ιερότητα το παραμύθι. Ο Πλάτωνας  μπορεί να λοιδόρησε  τους «γραώδεις μύθους», αλλά  τα έργα του είναι γεμάτα από αυτούς και δε δίστασε να εξορίσει από την ιδανική Πολιτεία του τον Όμηρο, διότι απομυθοποιούσε τους θεούς και τους ήρωες και κλόνιζε έτσι το σεβασμό και τη σύνεση των πολιτών.

Έχει τον τρόπο του το κάθε παραμύθι να υποστηρίζει  και να παρηγορεί. Με την ελπίδα, με την ταύτιση, με την ομορφιά, με την κατασκευή ιδανικών, με την εξοικείωση,  τη ρηματοποίηση του κόσμου μας. Ακόμα και αυτά που δεν έχουν «καλό» τέλος, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, καταλήγουν σε μια κατάσταση τάξης και δικαιοσύνης. Το Κοριτσάκι με τα σπίρτα και η Μικρή Γοργόνα του Άντερσεν πεθαίνουν, αλλά  δικαιώνονται στον ουρανό.  Και με το θάνατο του Αηδονιού του Ουάιλντ, από το αγκάθι της τριανταφυλλιάς, θριαμβεύει ο έρωτας.

Έπειτα, είναι και τα παραμύθια των μεγάλων. Η Θρησκεία, η Πολιτική, η Επιστήμη, η Τέχνη – εναλλακτικές μορφές παρηγορίας των Φόβων μας και τόνωσης των ελπίδων μας, έρχονται να ξορκίσουν το άγχος για το θάνατο, την αδικία, την άγνοια, την αβεβαιότητα, το πεπρωμένο. Ξέρω πολύ καλά πόσο κακό κάνει στον οργανισμό μου η θεραπεία με τα χάπια.  Έχω δει πολλές βλαβερές συνέπειες, χωρίς να μπορώ να εγγυηθώ για καμία θετική. Κι όμως, εξακολουθώ να τα παίρνω, πιστεύοντας στο παραμύθι των γιατρών ότι μου κάνουν καλό. Γνώρισα μια κοπέλα που αποφάσισε να αντιμετωπίσει τον καρκίνο εναλλακτικά, αλλά ζούσε τόσο μέσα στο φόβο και την κατάθλιψη, που μου έδωσε την απάντηση γιατί εγώ εξακολουθώ να παίρνω τα χάπια.

Σε κάποια πράγματα ο άνθρωπος δε φαίνεται να ωριμάζει, το ίδιο και το ανθρώπινο είδος. Τα παραμύθια είναι η πιπίλα μας. Ποιος γονιός αντιστάθηκε στην αποτελεσματικότητά της; Όσο κι αν κατηγορήθηκε, είναι βέβαιο ότι  γαληνεύει το παιδί. Κι αν δεν πάρει πιπίλα, θα βάλει δάχτυλα, θα μασουλά το στήθος της μάνας με τις ώρες, ή την κουβέρτα ή το αυτί του αρκουδιού. Η ανάγκη της παρηγορητικής  λειτουργίας της πιπίλας  παραμένει  ακόμη κι όταν την κόψει- βιαίως πάντα. Ίσως να κρύβεται πίσω από τη βουλιμία, τον αλκοολισμό, την ονυχοφαγία, το κάπνισμα.

Διάφοροι ανατολικοί φιλόσοφοι θεωρούν το Φόβο ως το χειρότερο δηλητήριο της ευτυχίας. Και προσπαθούν μέσα από μια αποδόμηση του Φόβου να απαλλάξουν το άτομο από κάθε «πιπίλα» – ελπίδα, νόημα, καταξίωση, αποδοχή, επιτυχία, οικογένεια, έρωτας, ομορφιά,  παράδοση, υλικά αγαθά. Συνήθως το αποτέλεσμα είναι να δεσμεύσουν τους «πιστούς» σε ομάδες, γκουρού και τελετουργίες. Δύσκολα πείθουν τους ανθρώπους «με το μηδέν και το άπειρο να συμφιλιωθούνε». (Καημένε Καρυωτάκη…)

Τα παραμύθια επιμένουν. Γιατί επιμένουν οι Φόβοι μας.

Όσο δεν μπορούμε, σαν άτομα και σαν είδος, να αντιμετωπίσουμε με σοφία το τέλος, τον πόνο, την αδικία, την ασχήμια, τη φθορά, την αποτυχία, την κακία, τη σύγκρουση, την αντίφαση,  την απουσία νοήματος, την απουσία «Εγώ», δεν θα πάψουμε να καταφεύγουμε στην παραμυθία της «πιπίλας».

Δεν είναι τα παραμύθια που μας κάνουν αδύναμους, είναι που είμαστε αδύναμοι και καταφεύγουμε σε αυτά.

Δεν ξέρεις καημένε τη λαϊκή ψυχή.
Οι λαοί πιστεύουν πιότερο τ’ αυτιά τους, παρά τα μάτια τους.
Πιότερο το μύθο παρά τα γεγονότα.
Πιότερο τη φαντασία τους από τη κρίση τους…
Κ . Βάρναλης (μονόλογος του Μώμου)

Παιδαγωγικές και φιλολογικές σπουδές, συγγραφή παιδικών βιβλίων, εκπομπές στην τηλεόραση, κουκλοθέατρο, εκπαίδευση.

Συζήτηση1 σχόλιο

Άφησε σχόλιο