Από τα «μαύρα κουτιά» στις «λευκές περιοχές» της ψηφιοποίησης

0

Για την παραγωγή κοινωνικών ανισοτήτων μέσω τεχνοκρατίας-επιστημονισμού
 
γράφει ο Τέλης Τύμπας

Την εβδομάδα που πέρασε ο αρμόδιος υπουργός δήλωσε ότι οι πολίτες που έχασαν το τηλεοπτικό σήμα κατά τη διαδικασία μετάβασης από την αναλογική στην ψηφιακή τηλεόραση είναι μισό εκατομμύριο, αναφερόμενος στις περιοχές που έχασαν το σήμα ως «λευκές». Είχα προβλέψει ότι θα λάμβανε χώρα μια τέτοια απώλεια όταν βρισκόμασταν ακόμη στη φάση του σχεδιασμού της μετάβασης αυτής (εδώ και εδώ). Δεν μπορούσα όμως να υποθέσω ότι ο αριθμός αυτών που θα έχαναν το σήμα λόγω ψηφιοποίησης θα ήταν τόσο μεγάλος. Με την ψηφιοποίηση αυτή ενισχύθηκε τελικά αποφασιστικά η τάση απόκλισης μεταξύ κέντρου και περιφέρειας, ευνοήθηκε η διαδικασία απερήμωσης νησιωτικών-ορεινών κι άλλων απομακρυσμένων περιοχών. Για το ίδιο δημόσιο κόστος, με την συγκριτικά πιο αναλογική τηλεόραση το σήμα έχανε λίγο σε ευκρίνεια αλλά έφθανε πολύ περισσότερο στην περιφέρεια. Όπως κάθε τεχνική επιλογή, η επιλογή ήταν κι εδώ κοινωνική. Δεν έχει το ψηφιακό κάποιο εγγενές πλεονέκτημα. Και προκύπτει πρόβλημα όταν το ψηφιακό παρουσιάζεται ως τεχνικά ανώτερο. Όποιος διαφωνεί δεν έχει παρά να το συζητήσει με το μισό εκατομμύριο που περιφερειοποιείται περισσότερο επειδή κατοικεί σε λευκές περιοχές.

Κάποιες διευκρινίσεις: (1) Για να αποκτήσει σήμα το μισό εκατομμύριο των λευκών περιοχών χρειάζεται επιπλέον δημόσιο χρήμα. Αυτό ακριβώς υποσχέθηκε ο αρμόδιος υπουργός, αυτό έχουν διεκδικήσει στο παρελθόν βουλευτές όλων των κομμάτων από λευκές περιοχές. Δεν τοποθετούμαι ως προς το αν αυτό πρέπει να δοθεί η όχι. Αυτό είναι μια καταφανώς πολιτική απόφαση. Αυτό που με ενδιαφέρει να επισημάνω είναι ότι η βάση σύγκρισης του ψηφιακού με το αναλογικό θα πρέπει να είναι το σταθερό δημόσιο κόστος. Αν δοθεί επιπλέον δημόσιο χρήμα για το ψηφιακό τότε η σύγκριση είναι άνιση. (2) Δεν τοποθετούμαι επίσης ως προς το αν στη διαδικασία μετάβασης από την αναλογική στην ψηφιακή τηλεόραση έλαβαν χώρα κερδοσκοπίες και άλλες παρανομίες, αν επιχειρηματικά συμφέροντα και πολιτικές επιδιώξεις προχώρησαν σε μικρότερη ή μεγαλύτερη διαπλοκή. Και αυτό το ζήτημα είναι καταφανώς πολιτικό. Αυτό που με ενδιαφέρει εδώ είναι μια αδιαφανής διάσταση της πολιτικής. Η κρίσιμη πολιτική που προωθείται μέσω της παρουσίασης μια τεχνικής ως εγγενώς ανώτερης. Αυτό που ομότεχνοί μου έχουν επιτυχημένα αποκαλέσει ‘τεχνοπολιτική’ ή ‘πολιτική με άλλα μέσα’. Στην περίπτωσή μας πρόκειται για πολιτική που καθίσταται αδιαφανής μέσω της επιτυχούς παρουσίασης του ψηφιακού ως καθολικά ανώτερου. Μια πολιτική που είναι καθοριστικά αποτελεσματική επειδή ακριβώς δεν εμφανίζεται ως τέτοια αλλά προωθείται ως μη πολιτική. Μια πολιτική που υποτίθεται ότι δεν είναι πολιτική, στο πλαίσιο μιας ιδεολογίας που είναι γνωστή ως ‘τεχνοκρατία’ κι ‘επιστημονισμός’. Μια πολιτική αδιαφανή λόγω εγκιβωτισμού των τεχνικών σχέσεων που την ευνοούν σε αυτό που μηχανικοί και επιστήμονες αναφέρονται ως ένα λειτουργικό ‘μαύρο κουτί’. Με το οποίο όμως παράγονται τελικά «λευκές περιοχές». Παράγονται άνισες κοινωνικές σχέσεις, παράγεται κέντρο και περιφέρεια.

Ιστορικός της τεχνολογίας, πανεπιστημιακός

Άφησε σχόλιο