γράφει ο Μιχάλης Μπάκας
Ξεκινά η Κυριακή του Δεκέμβρη, έβρεξε δυνατά μέσα στη νύχτα, αλλά ο πρωινός ήλιος ομορφαίνει την πόλη. Τσεκάρω τις πρωινές αναρτήσεις και διαβάζω τέλος, goodbye, καλή αντάμωση, τίτλους τέλους, από την Απλωταριά. Είναι πολλά για να είναι τυχαίο, μάλλον οριστικά πλέον κλείνει η Απλωταριά. Φοβάμαι να ανοίξω τις σελίδες, σαν τον ασθενή που φοβάται να πάει στο γιατρό, να του πει τα νέα. Το πρώτο κλικ το επιβεβαιώνει, τέλειωσαν τα ψέματα. Η Απλωταριά κλείνει.
Τι ήταν για μένα η Απλωταριά; Επτά χρόνια, πολλά τα κείμενα, μέσα στη νύχτα σταλμένα, στείλτε παιδιά παρατηρήσεις, σωστές οι αλλαγές ευχαριστώ, βρες μια φωτογραφία, δες το τελικό να το σουτάρουμε. Τι θες εσύ στη Χίο; Άνθρωποι που δεν με ξέρουν νόμιζαν ότι ήμουν Χιώτης. Η Απλωταριά δεν μου έκοψε κείμενο ποτέ, πάντα ένιωθα ότι ήταν εκεί και περίμενε το κάθε ένα από αυτά.
Η Απλωταριά πάνω από όλα νιώθω ότι ήμουν εγώ. Διάβαζα κείμενα που δεν τα έγραψα, αλλά θα ήθελα να τα γράψω. Η Απλωταριά είχε μια ομάδα συντακτών που καμάρωνα ότι ήμουν (είμαι βρε, ακόμα δεν τέλειωσε) μέλος. Η Απλωταριά ήταν κάτι το διαφορετικό. Δεν υπάρχει άλλο και δεν ξέρω εάν θα υπάρξει ξανά. Μην είμαστε αχάριστοι. Ας χαρούμε ότι υπήρξε, ότι τη ζήσαμε, ως συντάκτες και ως αναγνώστες, και εάν υπήρξε μια φορά μπορεί και να ξαναγίνει. Χαιρετάμε Απλωταριά, όπως την πρώτη μέρα που τη γνωρίσαμε, σαν την μέρα που την αποχαιρετούμε…
αντί ΥΓ: Η φωτογραφία από το πρώτο κείμενο που ανέβασα τον Δεκέμβριο του 2011 με τίτλο «Σύνορα η αγάπη δεν γνωρίζει«