Είναι καλή ή κακή η συμφωνία;

1

γράφει ο Τέλης Τύμπας

Ο κόσμος που εμφανίζει το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο ως αυτό που συγκροτεί την κοινωνία, ως αυτό που παράγει τα αγαθά, ο κόσμος που εκφράζεται ιδεολογικά και πολιτικά από το νεοφιλελευθερισμό και τα κόμματά του, έχει κάθε λόγο να επιδιώκει η αντιπαράθεση να μείνει στο πεδίο μιας συγκεκριμένης οικονομολογίας. Ο κόσμος που παράγει πραγματικά τα αγαθά, ο κόσμος της εργασίας, όπως αυτός συμπιέζεται από την απειλή της ανεργίας, ο κόσμος δηλαδή που ελπίζει να εκπροσωπηθεί από την αριστερά (που δεν μπορεί παρά να είναι και οικολογική), έχει κάθε λόγο να ανοίξει το πεδίο της αντιπαράθεσης. Αυτό σημαίνει να τοποθετηθούν και οι δικοί/ές του μηχανικοί και τεχνικοί, γεωπόνοι και άλλοι γνώστες της καλλιέργειας της γης και της κτηνοτροφίας, γιατροί και λοιποί υγειονομικοί. Να ανοίξει δηλαδή η αντιπαράθεση σε αυτό που ένοχα απωθείται ως η ‘πραγματική οικονομία’, σε αυτό που δεν χωρά στα νεοφιλελεύθερα οικονομικά, σε αυτό που υπερβαίνει το φαντασιακό του κεφαλαίου και της κυκλοφορίας του χρήματος που εκπορεύεται από αυτό. Για να γίνει η αντιπαράθεση συγκεκριμένη, για να φανεί τι ακριβώς προτείνει και διεκδικεί ο καθένας. Για να προσγειωθούν τα αφηρημένα περί ‘πιστωτών’ και ‘εταίρων’ που δανείζουν χρήμα (και τους οφείλεται χρήμα με τόκο) σε συγκεκριμένα ως προς το ποιος από το συνεργαζόμενο διεθνές και εθνικό κεφάλαιο επιδιώκει τι για τις μικρές επιχειρήσεις της χώρας, για λιμάνια και αεροδρόμια, γη και θάλασσα, σχολεία και νοσοκομεία. Για να μπορούν να κρίνουν οι πολίτες με ασφάλεια, με βάση οικείες υλικότητες. Κι όχι επισφαλώς, με βάση απόμακρες δικαιολογήσεις, με βάση λόγους που προτιμούν να παραμένουν στα διαφόρων ειδών κυκλοφορούντα ομόλογα και τις άλλες μορφές του χρήματος στο κύκλωμα του κεφαλαίου.

Για να ανοίξει έτσι ευκολότερα το πεδίο της αντιπαράθεσης από την οικονομολογία του κεφαλαίου σε αυτή της εργασίας, από την οικονομολογία που εξαιρεί την κοινωνιολογία σε αυτήν που ξεκινά από αυτή. Γιατί όσο περιοριζόμαστε στις αναπαραστάσεις του κοινωνικού που ευνοούν τον φιλελευθερισμό, οι άνθρωποι της εργασίας διαιρούμαστε με βάση τις επιθυμίες του κεφαλαίου αντί να ενωνόμαστε με βάση τις δικές μας ανάγκες. Αντί να καταγράφουμε και να εκτιμούμε τις πραγματικότητες και τις δυνατότητες των παραγωγικών εγκαταστάσεων και των υποδομών που υπάρχουν στη χώρα, αντί να προγραμματίζουμε πώς θα εξοικονομήσουμε τρόφιμα, υλικά, καύσιμα και φάρμακα, αντί να σχεδιάζουμε πώς θα διαμορφώσουμε τις υλικότητες που χρειαζόμαστε, εξαντλούμε το δυναμικό μας στο πεδίο αντιπαράθεσης και τα διλήμματα που ελέγχει ο νεοφιλελευθερισμός. Αντί τελικά να εργαζόμαστε για τη διέξοδο προς μια διαφορετική παραγωγή, αναπαράγουμε το αδιέξοδο της ψευδαίσθησης ότι δεν θα είναι η δική μας εργασία αλλά κάτι άλλο, κάτι μαγικό, που θα φέρει σχεδόν από μόνο του το καλύτερο. Αναμένουμε, πολύ χαρακτηριστικά, ότι το πρόβλημα θα λύσει περίπου η παραμονή στο ευρώ ή η μετάβαση στη δραχμή. Όπως αυτή θα καθοριστεί από μια υπογραφή ή όχι σε μια συμφωνία. Μια συμφωνία όμως που δεν μπορούμε στην πραγματικότητα να υποβάλουμε στην αξιολόγηση που θα έπρεπε, στην ασφαλή κρίση με βάση οικείες υλικότητες, σταθερές. Όπως τα σπίτια μας και η γη μας, καθώς και όλα αυτά τα πραγματικά κρίσιμα που ανέφερα παραπάνω. Κι όχι τα ομόλογα και τα συναφή της αξιολόγησης με βάση τις επικίνδυνες αστάθειες των μεταμορφώσεων του χρήματος, στο πλαίσιο ενός εκρηκτικού πλέον, κυριολεκτικά, αυτοπολλαπλασιασμού του κεφαλαίου. Ο οποίος απειλεί πια ανοιχτά τους λαούς του κόσμου με παρανάλωμα.

Ιστορικός της τεχνολογίας, πανεπιστημιακός

Συζήτηση1 σχόλιο

Άφησε σχόλιο