Κουτρουβαλάμε

0

Πολυαγαπημένε μου αδερφέ ίντα κάμεις; Εμείς σάμπου τα’ξερες, κουτρουβαλάμε. Καλό μήνα κιόλας.

Κουραστική ήταν η βδομάδα που επέρασε, εχάλασε ο καιρός, έπιασε κρύο, μα Γιώργη μου να’χεις τις χίλιες μου ευχές. Ίντα όμορφο δώρο ήταν ευτό που μου ‘στειλες, στην αρχή εφοβήθηκα να τη βάλω στην πρίζα και να κάτσω απάνω της ίμπα και βγω σαν τοστ, μα ήρτε στο σπίτι η Μαρουλιώ και μου ‘πενε: ούργια που ‘σαι, βάλε την στο κρεβάτι να ζεστοκοπηθείς. Με το που εξάπλωσα ήβγε ένας αναστεναγμός χαράς και ανακούφισης. Ωραίο πράμα η ηλεκτρικιά κουβέρτα, μπράβο σ’ ευτόν που την εσκέφτηκε.

Οι γιορτές κοντεύουνε αδερφέ, ο κόσμος άρχισε να γιομίζει τα σπίτια του, με πλουμίδια και λαμπάκια, μέσα κι όξω, στις αυλές, στα δέντρα, τα κάγκελα, αλλά αύριο κλου σαν έρθει το Γενάρη ο καθαριστικός της ΔΕΗ, εδώ δεν είναι σαν το Μόντρεαλ που το ρεύμα είναι 50 ευρώ το δίμηνο, να χαίρεσαι να βάζεις ταψιά στο φούρνο και να πλένεις δις την ώρα στους 90 τα ασπρόρουχα. Θυμάσαι την ιστορία με τη συγχωριανή που καθούντανε μπροστά στο ανοιγμένο ψυγείο, σαν ήρτε το ρεύμα στο χωριό κι έκαμνε εργόχειρο, για να μην πηγαίνει χαμένο το φως; Εντύπωση μου κάμνει που δεν δίνετε και φράγκα για το νερό, έτσι πρέπει να είναι τα αγαθά, τσάμπα. Εδώ, γιε μου, έμη το νερό της βρύσης είναι θάλασσα, έμη τρέχομε στις πηγές να γεμίσομε τους μπουρμπούλους σαν την Γκόλφω, μας το χαρατσώνει και τόσους παράδες ο Δήμος. Καλά κάνετε και δεν έχετε τελεβίζιον, να μη βλέπει το παιδί, να κάθεται στα διεβάσματα του. Δεν ηξέρω πως είναι εκεί η τηλεόραση, εγώ πάντως τη δικιά μου την ήδωκα του γείτονα να τη βάλει στο κοτέτσι, προκειμένου να μου ανεβαίνει εμένα η πίεση πιο καλά να γεννούνε οι όρνιθες μέσα τ΄αβγά τως.

Όχι πως στο ίντερνετ είναι όλα αλήθεια όσα γράφουνε. ‘’Έσβησε χθες αθόρυβα 24χρονος αστυνομικός θύμα κουκουλοφόρων το 2007’’ γράψανε σήμερα. Και το κοινοποιούνε αντί να κάτσουνε να υπολογίσουνε πως ο 24χρονος αστυνομικός το 2007 ήτανε 15 χρονών, ο πιο μικρός αστυνομικούλης. Έτσι πιστεύει ο κόσμος κι όσα αραδιάζουνε οι φυλλάδες για τους πρόσφυγες: Λαθρομετανάστης αφόδευσε σε εκκλησία, λαθρομετανάστης γκρέμισε εκκλησία, λαθρομετανάστης έπιασε τον πισινό μιας 75χρονης, τα κτηνώδη ένστικτα τους έβγαλαν βάρβαροι μετανάστες πάνω σε κουτάβια και το ένα έφαγαν και πάει μακριά η βαλίτσα. Τα χάβουνε οι αγαλιάδες κι ανεβάζουν την ακροαματικότητα τους οι Χίοι Χιωτοπρετεντέρηδες.

Άλλαξε η κοινωνία, εφοβήθηκε, κλειδώθηκε, δεν σκέβεται , παρασύρεται από τις φωνές των επιτήδειων. Ο ξένος έγινε αδερφός κι ο αδερφός μας ξένος έγραφαν σ’ ένα πανί οι φοιτητές κι έχουνε δίκιο. Θυμάσαι τον φίλο σου το Νικολή, που ντυνούντανε παπαδάκι κάθε Κυριακή στην εκκλησιά και μετά επαντρεύτηκε την κόρη του παπά; Πρώτος και καλύτερος στις φασαρίες της Σούδας. Τον επέτυχα μια μέρα, το μάτι του ήτανε αγριεμένο, το τι του’πα για να’ρτει στα συγκαλά του, του θύμησα πως ο πάππους του μωρό ήρτε από τα Βουρλά προσφυγάκι. Μου είπε να τον αφήκω ήσυχο και πως αυτοί είναι ισλαμιστές, να μην τους κάμω παρέα γιατί έχουνε αρρώστιες και θα με κλέψουνε κιόλας. Βοή στη μοίρα σου και το ριζικό σου άμα σε περιλάβει ο Γιώργης το καλοκαίρι που θα ’ρτει, του ’πα κι αυτά να τα λε σε αθρώπους χάπατα που δεν έχουν άποψη και πως ο δικός μου ο θεός μου έχει μάθει να κάνω το καλό χωρίς να κοιτώ χρώμα, θρησκεία και φυλή και δεν ηξέρω τι κάμνει ο δικός του.

Τη Δευτέρα θα κατήβω στη Χώρα να σας ετοιμάσω το δέμα για τις σκόλες, να το στείλω κιόλας για να ‘ρθει πριν του Αγιού Βασιλιού. Θα πάω κάτω από το μιναρέ που κάμνουνε κονσέρβες να σου στείλω σαρδέλλες που ‘καμα παστές, λίγες ελιές χουρμάδες από την Παλιαμέλισσα, πυργούσικα φασολάκια τουρσί που σ’ αρέσουνε. Σαν και τότε που πήγαινε η μάνα στου Μακκά κι έβαζε τη μαγιά το ούζο στο ντενεκιδάκι και την έστελνε του πατέρα στο καράβι σαν έφευγενε πλήρωμα. Θα βάλω κι ένα γλυκό κυδώνι που μου πέτυχε για το παιδί, ίμπα και το κουταλήσεις μονάχος σου αλίμονο σου.

Εξέχασα να σε ρωτήσω, το παιδί πως τα πάει με τις γλώσσες, μιλά και τα γαλλικά; Εσύ βρε τα μιλάς καθόλου; Να σ’ ακούσω να τραγουδάς το Σερσε λα φαμ με προφορά να πέσω κάτω από τα γέλια.

Ήρχισα να κατουμίζω, επέρασεν η ώρα, η κουβέρτα εζεστάθηκε και με παρακαλά. Έχω κι αξεθέρμιστα μα αύριο πρωί πια θα τα κάμω.

Σας γλυκοφιλώ και να προσέχετε το παιδί.

Η αδερφή σου

ΥΓ. Κρέμα για τα χέρια να μη μου ξαναστείλεις, εφτιάξαμε με την Καλλιόπη μια κηραλοιφή που κάμνει για όλα. Μας ήδωκε μελισσοκέρι ο Στρατής, καλή του ώρα.

Γελά και ξεγελά

Άφησε σχόλιο