Υποδοχή προσφύγων στην Λέσβο: Τόσα χρόνια και ακόμα περιμένουμε να δημιουργηθούν οι συνθήκες

0

της Έφης Λατσούδη

Σάββατο βράδυ 4.3.2015. Είναι γνωστό ότι τα Σάββατα πλοίο δεν ταξιδεύει από την Μυτιλήνη. Παρόλα αυτά η αστυνομία απελευθερώνει πρόσφυγες στο λιμάνι. Να πάνε που;

Στα παγκάκια του άγιου θεράποντα μια μεγάλη ομάδα Αφγανών με ένα μικρό παιδάκι προσπαθεί να βρει τρόπο να προστατευτεί από το κρύο. Τους πλησιάζουμε τους ενημερώνουμε για την ύπαρξη του ΠΙΚΠΑ (ανοιχτού χώρου φιλοξενίας). Μας είπαν χίλια ευχαριστώ και ξεκίνησαν μέσα στην νύχτα για να κοιμηθούν κάπου ζεστά.

Αίσιο τέλος, μόνο που η περιπέτεια η δική μας δεν σταματά εκεί. Λίγο πιο κάτω μια άλλη μεγάλη ομάδα Σύριων κοιμούνται και αυτοί στον δρόμο.

«Τις γυναίκες και τα παιδιά τις στείλαμε στο ξενοδοχείο, μαζέψαμε όλοι λίγα χρήματα. Εμείς, εδώ», και δείχνει το πεζοδρόμιο. Ένας διερμηνέας τρέχει στο σπίτι του κατεβάζει ότι φαγώσιμο έχει να τους δώσει.

Πως θα βγάλουν την νύχτα με τέτοιο βοριά; Πόσους να χωρέσει και το ΠΙΚΠΑ; Πόσους άστεγους μετανάστες και πρόσφυγες να χωρέσει αυτή η πόλη της Μυτιλήνης; Γιατί επαναλαμβάνεται αιώνια το ίδιο παράλογο έργο;

Την Κυριακή ευτυχώς έχει καράβι οι κλούβες πηγαινοέρχονται στο λιμάνι συνωστίζονται οι πρόσφυγες στον γκισέ να βγάλουν εισιτήριο. Η κλούβα της αστυνομίας που τους μεταφέρει αδειάζει τα προσωπικά τους αντικείμενα, ζώνες, κορδόνια και άλλα στην προβλήτα. Τρέχουν όλοι να βρουν, ότι βρουν τέλος πάντων.

Ένας Σύριος μας πλησιάζει δεν βρίσκει την ζώνη του και τα κορδόνια του . “Τι να κάνεις; αυτό είναι το λιγότερο” μουρμουράει στα αγγλικά.

Ήταν δημοσιογράφος στην πατρίδα του. Τώρα που βγήκε από το camp θα γράψει και θα δημοσιεύσει όσο μπορεί περισσότερο την κατάσταση σε αυτή την φυλακή. Οι συνθήκες στην Μόρια, μας λέει “είναι περισσότερο από άσχημες, κρύο, φαγητό λιγοστό, κοιμόμαστε στο πάτωμα, δεν έχουμε κουβέρτες, ούτε νερό να κάνουμε μπάνιο ούτε σαπούνι… δεν το περιμέναμε αυτό από την Ελλάδα”.

Εμείς κουνάμε το κεφάλι. Δεν ξέρουμε πια τι να πούμε σε τόσους ταλαιπωρημένους ανθρώπους που συναντάμε και όλοι μας λένε το ίδιο.

Καθώς πάμε να φύγουμε μια γυναίκα που σπρώχνει σε ένα καροτσάκι της κόρη της και πίσω της ακολουθεί το μικρό της κοριτσάκι, μας σταματάει ρωτώντας αν μπορεί στην Αθήνα κάπου να δει ένας γιατρός το παιδί της, λεφτά δεν έχει πια.

Την κοιτάμε έκπληκτοι . “Δεν είδε γιατρός το παιδί στο χώρο κράτησης; Πόσες μέρες έμεινε εκεί;” “Τέσσερεις» απαντάει, “ ο γιατρός δεν μας έδωσε τίποτα, ούτε πάνες που χρειαζόμαστε, τίποτα”.

“Και που θα πάτε τώρα στην Αθηνά;” ρωτάμε. “Στο πάρκο θα πάμε, που να πάμε;”

Από την κράτηση στον δρόμο τίποτα δεν θυμίζει συνθήκες υποδοχής και υποστήριξης.

Και για να μην σπεύσουν κάποιοι να καλυφθούν πίσω από τις μεγάλες ροές για να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα, να επισημάνω ότι τίποτα από όλα αυτά δεν είναι καινούργιο με μικρές ή μεγάλες ροές εμείς το ίδιο μετασουρεαλιστικό σκηνικό αντιμετωπίζουμε.

Δραστηριοποιείται ενεργά στο χώρο του μεταναστευτικού και είναι μέλος του "Χωριό όλοι μαζί".

Άφησε σχόλιο