του Δημήτρη Τσούχλη
Κατά γενική ομολογία η Ε.Μ.Χ (Ένωση Μαστιχοπαραγωγών Χίου) αποτελεί τη “ναυαρχίδα” της Χίου λόγω της ισχυρής ταυτότητας της μαστίχας ως τοπικού προϊόντος και της ΕΜΧ ως συνεργατικό οικονομικό εγχείρημα και κιβωτό γνώσης παραδοσιακών καλλιεργητικών τεχνικών αλλά και ως άυλη πολιτιστική κληρονομιά.
Αδιαμφισβήτητα οι παραπάνω υπεραξίες προκύπτουν από την καλλιέργεια του είδους του σκίνου (pistacia lentiscus var chia) δηλαδή από το φυσικό κεφάλαιο αυτό που στην καθομιλουμένη αποκαλούμε «μαστιχόδενδρα».
Πέρα από τις παραπάνω απλές και εξαιρετικά κοινές διαπιστώσεις, πρόσφατα ήρθε στην επικαιρότητα το ζήτημα της διανομής δενδρυλλίων σε παραγωγούς των οποίων το φυσικό κεφάλαιο υπέστη μικρότερη ή μεγαλύτερη ζημιά από την πυρκαγιά του προηγούμενου καλοκαιριού.
Σε σχετική αρθρογραφία του τοπικού τύπου δύο διαφορετικές απόψεις συγκρούονται. Η πρώτη, όπως εκφωνείται από την ΕΜΧ υποστηρίζει -συνοπτικά- ότι η διακίνηση γενετικού υλικού δλδ δενδρυλλίων εγκυμονεί κινδύνους ενώ η δεύτερη, από τον Δήμαρχο Χίου υποστηρίζει ότι προσπαθεί να συνδράμει τους παραγωγούς προμηθεύοντας τους με δενδρύλλια τα οποία προέρχονται από πιστοποιημένα φυτώρια.
Ας επιχειρήσουμε να δούμε το θέμα παρακάμπτοντας (τυχόν) πελατειακές σκοπιμότητες ή τυχόν άγνοια για την σοβαρότητα και τις προεκτάσεις του θέματος, και ας μείνουμε στο αν και κατά πόσο η διανομή δενδρυλλίων εγκυμονεί κινδύνους και αν ναι, ποιοι μπορεί να είναι αυτοί.
Ας ξεκινήσουμε με μερικές βασικές πληροφορίες τις οποίες ίσως οι περισσότεροι αγνοούν.
Για το ευρύ κοινό μαστίχα παράγει το μαστιχόδενδρο. Η αλήθεια είναι ότι το μαστιχόδενδρο εν γένει δεν παράγει μαστίχα. Μαστίχα παράγει το είδος (pistacia lentiscus var. Chia) το οποίο συναντάται από τα Καμπόχωρα και εκτείνεται προς το Νότιο τμήμα του νησιού. Ωστόσο το είδος αυτό έχει με τη σειρά του μια σειρά από κλώνους. Μέχρι σήμερα έχουν αναγνωρισθεί πέντε κλώνοι¹ 1. Μαυρόσκοινος ή Λαγκαδιώτης 2. Βότομος 3. Βιγλιώτης ή Μαρουλόσκοινος ή Μαρουλιώτης ή Καλλιμασιώτης 4. Κρεμεντίνος 5. Λιβανός.
Η ονοματολόγια των κλώνων του σκίνου ποικίλει από χωριό σε χωριό με αρκετές παραφράσεις και πλήθος ανά ιστορική περίοδο. Ας κρατήσουμε από αυτό την εξής επισήμανση: οι κλώνοι του μαστιχοφόρου σκίνου διακρίνονται μορφολογικά ως προς τα χαρακτηριστικά τους (σχήμα φύλλων και βλαστού) αλλά και την φυσιολογία τους, δίνοντας με όρους παραγωγής διακριτή ποιότητα αλλά και ποσότητα μαστίχας.
Επίσης, ιστορικά υπάρχει η υπόθεση ότι αυτό καθαυτό το είδος (pistacia lentiscus var. Chia) προέκυψε από μακρόχρονη διαδικασία ευγονικής, με επιλογή δηλαδή των πλέον παραγωγικών και ευπροσάρμοστων κλώνων στις ισχύουσες κλιματικές και μικροκλιματικές συνθήκες της νότιας Χίου γενικά και των χωριών ειδικότερα. Η υπόθεση αυτή ισχυροποιείται από την βαθειά διαγενεακή γνώση των καλλιεργητικών πρακτικών η οποία αναπόφευκτα συνδυάσθηκε με ανάλογου επιπέδου γνώση της φυσιολογίας του δέντρου.
Ας μετακινηθούμε όμως από την σφαίρα της ταξινομικής και την υπόθεση ερμηνείας της παραγωγής μαστίχας στη Χίο στην οικοσυστημική θεωρία προκειμένου να γίνει κατανοητή η διακινδύνευση της διανομής δενδρυλλίων.
Είναι γνωστό ότι τις τελευταίες δεκαετίες η καλλιέργεια του σκίνου έχει μετακινηθεί χωρικά από τις περιθωριακές γαίες σε εύφορα χωράφια και πεδινές περιοχές (αντικαθιστώντας άλλες καλλιέργειες) ενίοτε δε, πλησίον του οδικού δικτύου (πρωτεύοντος και αγροτικού) δημιουργώντας έτσι μια buffer zone μερικών δεκάδων μέτρων.
Η χωρική μετακίνηση στις πεδινές εκτάσεις ελάχιστα έχει μελετηθεί ως προς τις πιθανές συνέπειες που μπορεί να έχει ως προς την εκδήλωση ασθενειών εξαιτίας της αυξημένης υγρασίας των πεδινών εκτάσεων.
Επιπλέον, η ανασχίνωση εκτάσεων μέχρι πριν λίγες δεκαετίες γίνονταν με μοσχεύματα από ηλικιωμένα δέντρα διακριτά ανά παραγωγό και χωριό, συντηρώντας έτσι την ποικιλότητα των κλώνων που υπήρχαν φτιάχνοντας ταυτόχρονα ένα παραγωγικό μωσαϊκό ποικίλο και κατά προέκταση σταθερό. Ο παραγωγός με αυτή την συνεχή διαγενεακή πρακτική συντηρούσε την δομή των οικοσυστημάτων, γεγονός με ασύλληπτα σημαντικές προεκτάσεις στη διατήρηση τους. Αναφέρομαι σε πολύ σημαντικές προεκτάσεις διότι γνωρίζουμε από την οικολογική θεωρία ότι η σταθερότητα των οικοσυστημάτων είναι άμεσα εξαρτώμενη με την πολυπλοκότητα τους και την αφθονία των ειδών που το απαρτίζουν.
Για να γίνει άμεσα αντιληπτό αυτό, ας συλλογιστούμε ότι στο ενδεχόμενο μιας ασθένειας των μαστιχόδεντρων σε κάποιο χωριό, μπορεί έγκαιρα να περιοριστεί στο βαθμό που δεν έχουμε «κατασκευάσει» μονοκαλλιέργεια του συγκεκριμένου κλώνου στην ευρύτερη περιοχή.
Από την σύνθεση διαφορετικών κλώνων του είδους της pistacia lentiscus var chia πριν την πυρκαγιά στην μαζική αντικατάσταση τους σήμερα στις καμένες περιοχές από μόνο ένα ή δύο υποείδη, είναι κάτι που ανοίγει διάπλατα την πόρτα σε τουλάχιστον δύο σοβαρές απειλές για την καλλιέργεια του σκίνου και του πολιτιστικού αποθέματος: 1. Την απλοποίηση της δομής της καλλιέργειας η οποία μειώνει την «άμυνα» της στην απειλή ασθενειών. 2. Την εξαφάνιση του σύνθετου μωσαϊκού κλώνων μαστιχοδέντρων τα οποία καθαυτά αποτελούν εμπράγματο πλούτο για την ΕΜΧ και τους παραγωγούς.
Για όσους βιαστικά και αβασάνιστα νομίσουν ότι αυτά είναι υπερβολές δεν έχουν παρά να ανατρέξουν στην οικολογική ιστορία και να εντοπίσουν παραδείγματα μέγιστων οικολογικών και στη συνέχεια κοινωνικών καταστροφών οι οποίες προκλήθηκαν από τέτοιας έμπνευσης παρεμβάσεις τροποποίησης των οικοσυστημάτων και εγκατάστασης μονοκαλλιεργειών.
¹Αναφορά Θ. Σαββίδη στην εργασία του Πολωνού Browicz, K 1987 Pistacia lentiscus cv chia (Anacardiaceae) on chios island. Plant Systematics and Evolution 155, 189-195 (1987), περισσότερα στην εργασία των Andreas Katsiotis et al. Genetic relationships among species and cultivars of Pistacia.. Euphytica 132: 279-286,2003
Συζήτηση1 σχόλιο
Κ. Τσούχλη, επιτρέψτε μου μερικές παρατηρήσεις:
1ον Κάθε σκίνος, εάν ο κορμός του χαραχθεί θα «δακρύσει» για να επουλώσει την πληγή. Η διαφορά έγκειται στο γεγονός πως το είδος Pistacia Lentiscus var. Chia, για τους πιθανούς λόγους που αναφέρετε (ευγονισμός) παράγει περισσότερη μαστίχα και καλύτερη ποιοτικά και σε συνδυασμό με το μικροκλίμα και ίσως το έδαφος των μαστιχοχωρίων στερεοποιείται.
2ον Η ανασχίνωση με μοσχεύματα πραγματοποιείται ακόμα και σήμερα και δεν έχει εγκαταλειφθεί, ίσως όμως να προτιμώνται από τους παραγωγούς οι Μαυρόσκινοι που παράγουν καλύτερης ποιότητας μαστίχα, πρακτική που σχετίζεται με τα αυστηρά κριτήρια καθαρότητας του μαστιχιού από την Ε.Μ.Χ.
3ον Ο κίνδυνος που αναφέρει η Ε.Μ.Χ για τους σκίνους και την επαπειλούμενη καταστροφή από ασθένεια είναι υπαρκτός, αν αναλογιστούμε ένα τοπικό παράδειγμα: Την αντοχή που δείχνουν πχ τα ντόπια είδη ελιάς στο σαράκι σε σχέση με τις «εισαγόμενες» στο νησί (Μανάκια, Κορωνέικες). Στις πρώτες ξεραίνονται μόνο κλαδιά, ενώ στις δεύτερες μπορεί να ξεραθεί ολόκληρο το δέντρο.