Περί ριπιδίου ή αλλιώς… περί βεντάλιας

0

της Ανατολής Βροχαρίδου

Λιου Τσ’ε

Το θρόισμα απ’ το μετάξι πια σταμάτησε,
Σωρός η σκόνη στην αυλή,
ήχος βημάτων δεν υπάρχει και τα φύλλα
Ένας σωρός μένουν ακίνητα,
Κι εκείνη που ‘κανε την καρδιά ν’ αναγαλλιάζει κάτω απ’ αυτά:

Φύλλο νωπό που κόλλησε επάνω στο κατώφλι.

Βεντάλια για τον αυτοκράτορά της

Ω βεντάλια από λευκό μετάξι,
διάφανη σαν την παγωνιά πάνω σε φύλλα χλόης,
Κι εσένα ακόμα παραπέταξαν.

Χιλιάδες γυναικεία χέρια κράτησαν το αγαπημένο τους σκήπτρο, χωρίς να γνωρίζουν πως η ύπαρξή του είναι τόσο αρχαία, όσο και ο κόσμος αυτός. Το σίγουρο είναι πως η χρήση του “ριπιδίου” ή κοινώς της βεντάλια μεταδόθηκε στην Ευρώπη από την Ανατολή και ότι η κοιτίδα του ριπιδίου υπήρξε η Κίνα.

Στην αρχή δεν υπήρξε αντικείμενο πολυτελείας, αλλά μέσο βοηθητικό προς αναψυχή και αερισμό σε χώρες θερμές. Για την κατασκευή του αρχικά χρησιμοποιούνταν φύλλα φοινίκων και λωτών, αλλά καθώς τα φύλλα μαραίνονταν εύκολα, τα αντικατέστησαν με ανθεκτικότερα υλικά όπως φτερά, μετάξι, ξύλο, χαρτί, ελεφαντόδοντο.

Στα δύο μεγάλα ινδικά έπη, τη ¨Μαχαβαράτα” και τη ¨Ραμαγιάνα¨, περιγράφονται σε έκταση τα λαμπρά ριπίδια, με τα οποία δρόσιζαν οι Ινδοί βασιλόπαιδες τους ηγεμόνες και τους ήρωές τους.

Στην Κίνα και την Ιαπωνία το ριπίδιον δεν ήταν προνόμιο μόνο των ανωτέρω τάξεων, αλλά γενική και στις γυναίκες και στους άνδρες. Στην Ιαπωνία μάλιστα, οι στρατιώτες, εκτός του συνηθισμένου οπλισμού τους, είχαν και το ριπίδιο, το οποίο το χρησιμοποιούσαν για το στρατιωτικό χαιρετισμό.

Στην Κίνα ο αυτοκράτορας Καοτσούγκ (648-684) διέταξε να κατασκευάζονται τα ριπίδια με φτερά φασιανών και ελεφαντόδοντο επειδή ο φασιανός εθεωρείτο τυχερό πτηνό.

Οι βεντάλιες ήταν μέρος της κοινωνικής θέσης για το Κινεζικό λαό. Μια ιδιαίτερη θέση και ένα γένος θα χορηγούσαν έναν συγκεκριμένο τύπο βεντάλιας σε ένα άτομο.

Η διπλωμένη βεντάλια εφευρέθηκε στην Ιαπωνία τον 8ο αιώνα και εμφανίστηκε στην Κίνα τον 9ο αιώνα. Από την Κίνα η μόδα πέρασε στην Ινδία και μετά στην Περσία, όπου τις κατασκεύαζαν από λευκές τρίχες της ουράς των αλόγων και των βοδιών για να διώχνουν τις μύγες.

Στην Αίγυπτο το αξίωμα του “ριπιδοφόρου” στην αυλή των Φαραώ ήταν μεγάλο αξίωμα. Στον τάφο του Tουταγχαμών (14ος αι. π.Χ.) βρέθηκαν χρυσές βεντάλιες με μακριές λαβές με τα φτερά στρουθοκαμήλων.

Στα χαρέμια της Περσίας και της Τουρκίας οι βεντάλιες ήταν απαραίτητες. Ακόμη και στα παράλια της Β. Αφρικής τα ριπίδια ήταν συνηθισμένα και κατά το έτος 1827, εξαιτίας ενός ριπιδίου, ο ηγεμόνας Χουσεΐν της Αλγερίας έχασε το θρόνο του. Ο ηγεμόνας σε μια διένεξη που είχε με τον πρόξενο της Γαλλίας, τον χτύπησε στο πρόσωπο με ένα ριπίδιο και καθώς δεν ήταν πρόθυμος να ζητήσει συγνώμη προκάλεσε τον πόλεμο με τη Γαλλία και την κατάκτηση της Αλγερίας από τους Γάλλους.

Αρχαιολογικά ευρήματα και αρχαία κείμενα δηλώνουν τη χρήση της βεντάλιας στην αρχαία Ελλάδα, τουλάχιστον από τον 4ο αιώνα. Η βεντάλια στην αρχαία Ελλάδα ονομαζόταν “ῥιπίς” (εν ριπή οφθαλμού), ενώ οι Ρωμαίοι την ονόμαζαν flabellum. Ο Ευριπίδης, την είχε χαρακτηρίσει ως βαρβαρική συνήθεια. Ωστόσο η βεντάλια έγινε σύμβολο του Έρωτα, του μικρού θεού, γιου της Αφροδίτης. Οι αρχαίες Αθηναίες κρατούσαν βεντάλιες από φτερά παγωνιού που τα έφερναν έμποροι από την Φοινίκη και τα μακρινά λιμάνια, ενώ οι Ρωμαίες πατρικίες τις είχαν σε μεγάλη εκτίμηση. Οι τεχνίτες, στο μεταξύ, τις δούλευαν τεντώνοντας το δέρμα των ζώων ή πουλιών επάνω στα υπέροχα πλαίσια από σπάνια ξύλα και μέταλλα.

Το ρωμαϊκό αυτό ριπίδιο μεταφέρθηκε στις καθολικές εκκλησίες και αργότερα, κατά τον ιπποτικό μεσαίωνα, γενικεύθηκε η χρήση του. Κατά τον 12ο αιώνα στην Ιταλία κατασκευάζονταν ριπίδια από φτερά παγωνιού, στρουθοκαμήλων και παπαγάλων με ασημένιες, χρυσές και ελεφάντινες λαβές.

Η μόδα των ριπιδίων εισήχθη στη Γαλλία κατά τον 14ο αιώνα και μόνο οι πλούσιες κυρίες επέτρεπαν στους εαυτούς τους αυτή την πολυτέλεια.

Στην αρχή του 16ου αιώνα θαλασσοπόροι Πορτογάλοι μετέφεραν στην Πορτογαλία και την Ισπανία κινέζικα ριπίδια και από τότε οι Ισπανίδες δέχτηκαν το ριπίδιο-βεντάλια ως ένα από τα ουσιαστικότερα αντικείμενα πολυτελείας. Η βεντάλια εξάλλου, έγινε μέσον για την έκφραση ηθικών καταστάσεων και μυστικών συνεννοήσεων. Σε χώρες όπως η Ισπανία και η Ιαπωνία, όπου οι γυναίκες δεν είχαν ακόμα καμία ελευθερία, η βεντάλια έπαιξε σημαντικό ρόλο. Ιδίως το Ισπανικό λεξιλόγιο για τις βεντάλιες περιλαμβάνει πάρα πολλές έννοιες, αναλόγως με το πώς θα κρατά ή θα χρησιμοποιεί η γυναίκα την βεντάλια.

Στην Βραζιλία και το Περού, οι γυναίκες χρησιμοποιούσαν βεντάλιες με επτά φύλλα, που αντιστοιχούσαν στις επτά ημέρες της εβδομάδας και αποτελούσαν την ρύθμιση του ραντεβού τους.

Στην Αγγλία υιοθετήθηκε το ριπίδιο αρχικά επί της βασιλείας του Ριχάρδου του Β΄κατά το τέλος του 14ου αιώνα και γενικεύτηκε η χρήση του επί Ερρίκου του Η΄και κατά τα χρόνια της βασίλισσας Ελισάβετ, η οποία είχε τριάντα πολυτελέστατα ριπίδια.

Κατά το 16ο και 17ο αιώνα αναπτύχθηκε η πολυτέλεια των ριπιδίων, τα οποία στολίζονταν με χρυσό, πολύτιμα υφάσματα, με κοσμήματα διάφορα και πολύτιμους λίθους. Η χρήση αυτών των πολυτελών ριπιδιών αναπτύχθηκε στη Γαλλία τον καιρό της Αικατερίνης των Μεδίκων και πολλές γυναίκες και άνδρες εμφανίζονταν στις τελετές της αυλής κρατώντας πολυτελέστατα ριπίδια. Καλλιτέχνες όπως ο Watteau και ο Boucher δημιουργούσαν καταπληκτικές ζωγραφιές πάνω σε υφάσματα από μετάξι και ατλάζι. Οι σκηνές ήταν από την Αγία Γραφή, σκηνές ποιμενικές, σκηνές πολέμου και άλλοτε πτηνά και ζώα.

Οι πλούσιες κυρίες χρησιμοποιούσαν ριπίδια με διάφορα σχήματα και παραστάσεις, διαφορετικά για το πρωί, για τα απογεύματα, για το θέατρο, για τις φιλικές συναναστροφές, για τον καλό καιρό, για τις επίσημες επισκέψεις.

Η ωραία Ninon de l’ Enclos (1620-1705) είχε τα λαμπρότερα ριπίδια της εποχής της και ένα μάλιστα, όπου είχε απεικονισμένη ολόκληρη σκηνή της “Απελευθερωμένης Ιερουσαλήμ”, περιγράφεται από τους ιστορικούς.

Με την έκρηξη της γαλλικής επανάστασης τα ριπίδια έλαβαν πολιτικό “χρώμα” και είχαν παραστάσεις σχετικές με τον αγώνα. Σε διάφορες εποχές διακοσμήθηκαν με τα πορτρέτα του Λουδοδίκου του ΙΔ’, του Δελφίνου και του Μιραμπώ, απεικόνισαν την διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ενώ την εποχή της τρομοκρατίας, πάνω στις λαμπερές επιφάνειες τους, έγραφαν «Κάτω Οι Τύραννοι» και «Ελευθερία ή Θάνατος»!

Στα τέλη του 19ου αιώνα η Βαρώνη ντε Σταφ περιέλαβε το γυναικείο αυτό εξάρτημα στους κανόνες της καλής συμπεριφοράς, όπως για παράδειγμα, η οικοδέσποινα έπρεπε το καλοκαίρι να τοποθετεί όμορφες βεντάλιες πάνω στο τραπέζι για να τις χρησιμοποιούν οι φίλες της. Η πένθιμη βεντάλια έπρεπε να είναι από μαύρο μεταξωτό ύφασμα, χωρίς κανένα σχέδιο.

Στον 19ο αιώνα στη Δύση, έχει ειπωθεί ότι στα δικαστήρια της Αγγλίας, της Ισπανίας και αλλού οι βεντάλιες χρησιμοποιήθηκαν λίγο πολύ σε ένα μυστικό κώδικα μηνυμάτων. Αυτές οι γλώσσες της βεντάλιας ήταν ένας τρόπος να αντιμετωπιστεί ο περιορισμός της κοινωνικής εθιμοτυπίας.

Στην εποχή μας, έχει μόνον την πρακτική αποστολή να προσφέρει δροσιά στις ζεστές μέρες του καλοκαιριού και ενίοτε διακοσμητικό ρόλο.

Πηγές

  • Εφημερίδα Έσπερος Αρ. 103. 1/13 Αυγούστου 1885
  • http://peoplenews.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=272:2012-11-21-23-24-52&catid=20:2010-02-21-11-32-34&Itemid=58

Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Κοζάνη. Σπούδασε προσχολική αγωγή και Αγγλική Γλώσσα και Φιλολογία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, εργάζεται ως εκπαιδευτικός στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση Χίου και από το 2012 είναι Υπεύθυνη Σχολικών Δραστηριοτήτων Π.Ε. Χίου.

Άφησε σχόλιο