Αναγνώσεις θερινών περιστάσεων

0

Ξεκίνησε λίγο σαν αστείο: «Και στην αιώρα τι διαβάζεις δηλαδή;». Και μετά αναλογιστήκαμε τρία-τέσσερα ανάλογα παραδείγματα, κάτι σαν πρόβα διακοπών, βάλαμε κι άλλους κι άλλες στο κόλπο – να σκεφτεί ο καθένας από ένα βιβλίο για ιδιαίτερες θερινές περιστάσεις – και το αποτέλεσμα ακολουθεί.

Kαλέσαμε λοιπόν την Ειρήνη, τη Βασιλική, τον Αλέξανδρο, τον Τέλη, να μας γράψουν τι θα διάβαζαν:

  • Στην παραλία: στην αιώρα, κάτω απ’ τη σκιά που κάνει το αρμυρίκι
  • Στο ταξίδι:  με τρένο ή με καράβι, κατά προτίμηση στην άγονο, να ‘χεις ώρες μπροστά
  • Τα καλοκαιρινά απογεύματα: Εκείνες τις ώρες που σε παίρνει ως αργά στην πολυθρόνα το διάβασμα, και ας περιμένουν στην ταβέρνα οι φίλοι
  • Και, τέλος, ποιο βιβλίο θα διαλέξεις να ξεσκονίσεις φέτος, απ’ αυτά που κοιμούνται χρόνια στη βιβλιοθήκη;

Τελικά, μας προέκυψαν όχι μόνο βιβλία, αλλά και οι μικρές μας ιστορίες μαζί τους. Προχωρήστε παρακάτω, και μετά η σειρά σας…


γράφει η Ειρήνη Ντάλη

# Για την παραλία, στην αιώρα, κάτω απ’τη σκιά που κάνει το αρμυρίκι

Χένρι Μίλερ: Ο τροπικός του Αιγόκερω

Δεν θα μπορούσε να διαβαστεί καμία άλλη εποχή παρά μόνο το καλοκαίρι. Να αναζητάς δροσιά για να μην καείς από την προκλητική αφήγηση. Αφήστε την επίκτητη ηθική στην άκρη και θα διαβάσετε ένα πρωτόγονα ρομαντικό αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα.

# Για το ταξίδι – με τρένο ή με το καράβι, κατά προτίμηση στην άγονο, να ‘χεις ώρες μπροστά

Ρομπέρτο Μπολάνιο: 2666

O όγκος του βιβλίου ιδανικός για πολύωρο χάσιμο. Αφοπλιστικά λιτός με ένα γράψιμο που αν ήταν εφικτό θα έπρεπε να διδαχτεί. Μια ιστορία με στοιχεία μυστηρίου που όμως «πατάνε» στον ρεαλισμό.

# Για τα καλοκαιρινά απογεύματα, που σε παίρνει ως αργά στην πολυθρόνα το διάβασμα, και ας περιμένουν στην ταβέρνα οι φίλοι

Αντρέ Μπρετόν: Ο τρελός έρως

Όπου βλέπεις λίγες σελίδες και Μπρετόν το διάβασμα οφείλει να είναι αργό. Σταματά ο χρόνος με την περιγραφή του απόλυτου, ακραίου έρωτα ευτυχώς χωρίς μελοδραματισμούς. Και οι φίλοι… ας περιμένουν.

# Για το βιβλίο που θα διαλέξεις να ξεσκονίσεις…

Τζέιμς Τζόις: Oδυσσέας

Έγινε μια κρούση ανάγνωσης κάποτε που θεωρήθηκε ολοκληρωμένη, είναι όμως σαν ο λογαριασμός να μην έχει κλείσει. Η παραφροσύνη και ο χείμαρρος λέξεων με κάνουν ακόμα να διστάζω αλλά όλο λέω ότι αξίζει τον κόπο. Μέχρι να έρθει εκείνη η αποφασιστική στιγμή θα κοιτάω στο κάτω ράφι της βιβλιοθήκης.


γράφει η Βασιλική Μπούρα

# Για την παραλία, στην αιώρα, κάτω απ’τη σκιά που κάνει το αρμυρίκι

«Κήποι στην Άμμο», ποιητική συλλογή της Λένας Καλλέργη

Για όνειρα που επιτρέπει η καλοκαιρινή ραστώνη και εμπειρίες ζωής που θα ξεπλύνει η αλμύρα της θάλασσας.

«Μετά θα γίνω άμμος.
Κόκαλα άσπρα κελύφη
Δόντια μαργαριτάρια.
Θα βάψει το αίμα μου κοράλλια
Ψάρια τα σπλάχνα μου θα ταΐσουν…»

Ο αντιφατικός τίτλος, «Κήποι στην άμμο», αποτυπώνει τη λεπτή ισορροπία μεταξύ του επιθυμητού/ ονειρικού και του πραγματικού. Τριάντα δύο ποιήματα, λέξεις μαζεμένες, για μια καθημερινότητα ειδομένη με βλέμμα κριτικό αλλά και ονειροπόλο, ενίοτε με σαρκαστική διάθεση που μεταπλάθει πτυχές της κοινωνικής πραγματικότητας σε υπερρεαλιστικές εικόνες. Καταστάσεις και βιώματα που ο χρόνος αφοπλίζει και το «μετά» τ’ ανακυκλώνει για να γίνουν ξανά «πρώτη ύλη παλατιών που ο άνεμος γκρεμίζει».

Για το ταξίδι – με τρένο ή με το καράβι (κατά προτίμηση στην άγονο, να ‘χεις ώρες μπροστά)

«Το γαλάζιο του ουρανού» του Ζωρζ Μπατάιγ (Georges Bataille, “Le bleu du ciel”)

« …μέσα στο παχύ σκοτάδι της νύχτας, βρέθηκα μεθυσμένος από φως …το βλέμμα μου δε χανόταν στη λάμψη των αστεριών που λαμπύριζαν γύρω μου, παρά στο γαλάζιο τ’ ουρανού του μεσημεριού. Έκλεινα τα μάτια μου για να χαθώ σ’ αυτό το εκθαμβωτικό γαλάζιο».

Κάποτε σε μια μουντή πόλη του βορρά. Eίχα ακούσει σκόρπιες φράσεις για το συγγραφέα, μα το συγκεκριμένο βιβλίο το επέλεξα αναζητώντας το μπλε τ’ ουρανού που τόσο μου έλειπε τότε. Έτσι, ξεκίνησα να το διαβάζω σε κάποιο σκοτεινό βαγόνι που έτρεχε ιλιγγιωδώς, υπογείως και υπεργείως. Όχι, δεν είναι για πλοίο, είναι ανεπιφύλαχτα για τρένο που σε πάει -για να ακολουθήσουμε τον ήρωα και τη ροή του κειμένου-, Λονδίνο, Παρίσι, Βαρκελώνη.

Η κατά πολλούς «αντιλογοτεχνική» γραφή του Μπατάιγ, (σχετική έλλειψη συνοχής και σύνθεσης) ξεδιπλώνει τις προσωπικές περιπέτειες του Τρόπμαν, κάνοντας πολλαπλές αναφορές, εμφανείς και υποβόσκουσες στην ιστορική και κοινωνική ατμόσφαιρα της Ευρώπης του ΄30. Το προσωπικό μπλέκεται με το συλλογικό. Οι ακραίες καταστάσεις, ο διάχυτος ερωτισμός, τα προσωπικά αδιέξοδα-συμπλέγματα-υπαρξιακά ερωτήματα συνδιαλέγονται με την περιρρέουσα ατμόσφαιρα στις παραμονές της «έκρηξης» στην Ευρώπη.

Για τα καλοκαιρινά απογεύματα, που σε παίρνει ως αργά στην πολυθρόνα το διάβασμα, και ας περιμένουν στην ταβέρνα οι φίλοι

«Το τούνελ», Ερνέστο Σάμπατο, εκδόσεις Αστάρτη, 1981 (Ernesto Sabato, “El tunel”)

Η ανάγνωση του εν λόγω μυθιστορήματος έγινε σχετικά παράδοξα καθώς αυτό που έψαχνα ήταν μια αναφορά στον Πλάτωνα στο εισαγωγικό του σημείωμα του Φίλιππου Δρακονταειδή. Αν και στριμωγμένη τότε χρονικά για τέτοιου είδους αναγνώσματα, ξεκίνησα να το διαβάζω ένα καλοκαιρινό απόγευμα προορισμένο για άλλα… Η πλοκή και ο παραληρηματικός λόγος του Σάμπατο, μια αλληλουχία σκέψεων και πράξεων, σε κάνει να ξεχάσεις το χρόνο και να χαθείς μαζί του στο «Τούνελ».

«Θυμάμαι τόσες συμφορές, τόσα πρόσωπα κακά και σκληρά, τόσες κακές πράξεις, που η μνήμη είναι για μένα το τρομερό φως που φωτίζει το ρυπαρό μουσείο της ντροπής»

Στο «Τούνελ», σε πρώτο πρόσωπο, ο ζωγράφος Χουάν Πάμπλο Καστέλ αυτοσυστήνεται και ευθύς εξαρχής εξομολογείται -μέσα από τη φυλακή πια- το φόνο που διέπραξε εις βάρος της ερωμένης του, Μαρία Ιριβάρνε, της μοναδικής γυναίκας που μπορούσε να κατανοήσει αυτόν και το έργο του. Εξιστορεί με λεπτομέρεια το «ιστορικό» του εγκλήματος σκιαγραφώντας το ψυχισμό του θύτη και του θύματος. Χωρίς φόβο μα με πολύ πάθος και ζήλεια, σε μια οριακή κατάσταση μεταξύ τρέλας και απόλυτου αυτοέλεγχου, ο Καστέλ αφήνεται να επινοήσει την ενοχή της Μαρία Ιριβάρνε που τελικά τον οδηγεί στο μοιραίο.

# Για το βιβλίο που θα διαλέξεις να ξεσκονίσεις φέτος, αυτό που κοιμάται χρόνια στη βιβλιοθήκη

«Ζωή. Oδηγίες χρήσεως» του Ζωρζ Περέκ (George Perec, La vie. Mode d’emploie).

Μα θέλει η ζωή οδηγίες χρήσης; Και λειτουργούν για όλους με τον ίδιο τρόπο; Το ξεκίνησα κάποτε, μια μετακόμιση με έκανε να το αφήσω πίσω και έπειτα δεν το ξαναέπιασα στα χέρια μου. Αφορμές πολλές για να σκεφτώ τον τίτλο. Από τα βιβλία που οπωσδήποτε θέλω ν’ αποτελειώσω αλλά όλο κάτι γίνεται και δεν χωράει στις αποσκευές μου (620 πυκνογραμμένες σελίδες).

«Η Ζωή. Οδηγίες  χρήσεως» διαδραματίζεται σε μια παριζιάνικη πολυκατοικία, συγκεκριμένα είναι μια μεθοδική περιγραφή των αντικειμένων, των ανθρώπων, των συνηθειών τους και των σχέσεων που δημιουργούνται μεταξύ τους. Όλα έχουν τη δική τους ιστορία και όλα συνδέονται ανάμεσά τους αλλιώς δεν νοηματοδοτούνται. Στοχασμοί με αφορμή τα «μικρά» και τα «απλά»!


γράφει ο Αλέξανδρος Παναγιωτάκης

# Για την παραλία, στην αιώρα, κάτω απ’τη σκιά που κάνει το αρμυρίκι

Βασίλης Βασιλικός, «Οι προσωκρατικοί»

Μια παρέα «καμάκια» σε ένα νησί, εκείνη τη μακρινή δεκαετία του ’80, που έχουν τη φαεινή ιδέα να «δανειστούν» ονόματα αρχαίων φιλοσόφων και να κλέψουν τσιτάτα τους για να ρίχνουν στο κρεβάτι τουρίστριες. Το πρωτοδιάβασα σε έκδοση με τον τίτλο «Τα καμάκια» (αποτελεί το ένα κομμάτι της τριλογίας) και το καταδιασκέδασα. Όχι για τις αστείες ιστορίες ή τις χοντροκομμένες ατάκες των καμακιών, αλλά για την απελευθερωμένη γλώσσα του, για το σταδιακό γλίστρημα κάτω από την επιφάνεια, για την ανατομία μιας εποχής ολόκληρης που πετυχαίνει  μαεστρικά ο Βασιλικός.

Για τα καλοκαιρινά απογεύματα, που σε παίρνει ως αργά στην πολυθρόνα το διάβασμα, και ας περιμένουν στην ταβέρνα οι φίλοι

Η  εποχή των καφέδων, Γιάννης Ξανθούλης

Τρία εξοχικά κρυμμένα στις καλαμιές του Μαραθώνα. Ο κεντρικός ήρωας που παλεύει με τις λιποθυμίες του, η γυναίκα του που πηγαινοέρχεται κάθε απόγευμα στην Αθήνα για τον μελλοθάνατο πατέρα της, τα κοριτσάκια τους που θάβουν γάτες και βατράχια σε αυτοσχέδιους τάφους, ο γκέι γιατρός με το ιδιόρρυθμο χιούμορ και τον ωραίο φίλο του, ο βαριά άρρωστος γείτονας, ένα μυστικό κρυμμένο στα υπόγεια του παρελθόντος, οι βραδινοί καφέδες στη βεράντα..

Ο Γιάννης Ξανθούλης μπορεί πάντα να σε βυθίσει στην πηχτή σούπα των λέξεών του, και να σε παρασύρει χωρίς να το καταλάβεις, με καλοδουλεμένο χιούμορ και τις αγαπημένες του «μεταφυσικές» προεκτάσεις. Μας εξοργίζει όταν γράφει ελεεινά επικαιρογραφήματα, αλλά τα ξεχνάμε (δεν συγχωρούμε) όταν διαβάζουμε τα βιβλία του.

Για το ταξίδι – με τρένο ή με το καράβι (κατά προτίμηση στην άγονο, να ‘χεις ώρες μπροστά)

Μαργκερίτ Ντυράς, Φράγμα στον Ειρηνικό

Ούτε που το ‘πιανε το μάτι μου αυτό το διαμαντάκι στα ράφια της βιβλιοθήκης. Και το ξεκίνησα δειλά δειλά πραγματικά πέρσι το καλοκαίρι, και μετά έγινε αυτό που σου συμβαίνει πάντα με τα καλά βιβλία: κοιτάς να ξεγλιστρήσεις από κάθε υποχρέωση για να ξαναριχτείς στο διάβασμα, το παίρνεις παντού ακόμα κι αν αποκλείεται να το διαβάσεις (στο σούπερ μάρκετ…), φτάνεις στο τέλος και αναφωνείς «όχι ρε γαμώτο, τελειώνει…»

Μας ταξιδεύει στον Ειρηνικό, στις γαλλικές αποικίες, στη φτώχεια, στην αδιέξοδη ελπίδα, στη μάχη με τα κύματα του ωκεανού – ακούς εκεί να θέλει κάποιος να χτίσει φράγμα για να κρατήσει την ορμή του απέξω…

# Για το βιβλίο που θα διαλέξεις να ξεσκονίσεις φέτος, αυτό που κοιμάται χρόνια στη βιβλιοθήκη…

Rosemary Sayigh, Τhe Palestinians – From peasants to revolutionaries

H μετάφραση του τίτλου θα ήταν «Οι Παλαιστίνιοι: Από χωρικοί, επαναστάτες». Έπεσε τυχαία στα χέρια μου, σε κάποιο ταξίδι στην Παλαιστίνη, και είναι μια εξαιρετική ανατομία τού πώς ένας λαός, τσακισμένος και μοιρολάτρης μετά την εκδίωξή του από τον τόπο του το 1948, ανακαλύπτει σιγά σιγά την ταυτότητά του, πώς τη γενιά της ήττας τη διαδέχεται η γενιά που χωρίς τα «βαρίδια» της πίκρας χαράζει νέα πορεία και ξεκινά τον αγώνα.  Μην περιμένετε ηρωικές αφηγήσεις – ευτυχώς. Γραμμένο σε ακαδημαϊκό τόνο, με καταγραφές συνεντεύξεων και μεθοδική ανάλυση των συνθηκών, το βιβλίο αυτό διαβάζεται μονομιάς και κατόπιν το αναζητάς διαρκώς ως πηγή τεκμηριωμένης πληροφορίας.


γράφει ο Τέλης Τύμπας

# Για την παραλία, στην αιώρα, κάτω απ’τη σκιά που κάνει το αρμυρίκι

Παντελής Μπουκάλας, Όταν το ρήμα γίνεται όνομα
Η «Αγαπώ» και το Σφρίγος της ποιητικής Γλώσσας των Δημοτικών. Πιάνω γραφή να γράψω δοκίμια για το δημοτικό τραγούδι -1, Εκδόσεις Άγρα, 2016.


Επειδή η δημοτική ποίηση είναι η καλύτερη, καθώς, όπως γράφει ο Μπουκάλας, οι εκάστοτε ακροατές της μετέχουν «υιοθετώντας ή απορρίπτοντας, λειαίνοντας ή κόβοντας. Για να επικυρωθεί μια νέα παραλλαγή, μια πρωτοτυπία στην έκφραση ή στη σκέψη, πρέπει να συμφωνήσει–κυριολεκτικά—ο όμιλος, ο κόσμος: ο δήμος» (σ.103).

Για το ταξίδι – με τρένο ή με το καράβι (κατά προτίμηση στην άγονο, να ‘χεις ώρες μπροστά)

Hannah Landecker, Η καλλιέργεια της ζωής στο εργαστήριο: Πως τα κύτταρα έγιναν τεχνολογία
Μετάφραση: Ευαγγελία Τόμπορη, Εκδόσεις Angelus Novus, 2017.


Μια εξαιρετική ιστορία της επιστήμης και της τεχνολογίας που μας προετοιμάζει για να κατανοήσουμε τον κόσμο που διαμορφώνουν γύρω μας και μέσα μας η βιολογία και η ιατρική, η βιοτεχνολογία και η ιατρική τεχνολογία. Το πρότεινα για μετάφραση στις εκδόσεις Angelus Novus, αξιοποιώ την ευκαιρία για να το προτείνω και από αυτό το βήμα.

Για τα καλοκαιρινά απογεύματα, που σε παίρνει ως αργά στην πολυθρόνα το διάβασμα, και ας περιμένουν στην ταβέρνα οι φίλοι

Alain Badiou (με τον Gilles Haéri), Εγκώμιο για τα μαθηματικά
Μετάφραση: Φώτης Σιατίτσας, εκδόσεις Πατάκη 2017. Ludwig Wittgenstein, Παρατηρήσεις για τη Θεμελίωση των Μαθηματικών, Μετάφραση: Κωστής Μ. Κωβαίος, Επιμέλεια: Μαρία Κυρτζάκη, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2008.


Είναι γνωστό ότι ο Badiou επέμενε κι επιμένει να αναφέρεται στον κομμουνισμό. Ως τέτοιος, έγινε ένας φιλόσοφος αναφοράς τόσο της πορείας που οδήγησης στην νίκη του ΣΥΡΙΖΑ τον Ιανουάριο του 2015 όσο και της κριτικής στην αντιστροφή πορείας μετά τον Ιούλιο του ίδιου έτους. Μετά από αυτή την αντιστροφή, είναι κατανοητό να έλκεσαι, όπως ο BAdiou, από τον «μη συμβιβασμό» των μαθηματικών «με τη μέση κατάσταση πραγμάτων και το μείγμα των γνωμών» , να προτείνεις ως «ένα μοντέλο ελευθερίας» την «αδιαφορία» των μαθηματικών «ως προς τις κυρίαρχες γνώμες» (σ.119). Κατανοητό, αλλά δεν συμφωνώ. Όπως δεν συμφωνώ (και για την ακρίβεια διαφωνώ απόλυτα) με αυτά που γράφει ο Badiou για τον Βιτγκενστάιν. Ας διαβάσουμε λοιπόν και ότι είχε να πει για τα μαθηματικά ο Βιτγκενστάιν κι εδώ είμαστε από φθινόπωρο να το συζητήσουμε.

# Για το βιβλίο που θα διαλέξεις να ξεσκονίσεις φέτος, αυτό που κοιμάται χρόνια στη βιβλιοθήκη

Barbara Goward, Αφήγηση και Τραγωδία: Αφηγηματικές Τεχνικές στον Αισχύλο, τον Σοφοκλή και τον Ευριπίδη
Μετάφραση: Νικ. Π. Μπεζαντάκος, Ινστιτούτο του Βιβλίου-Α. Καρδαμίτσα, Αθήνα 2002.


Επειδή με την βαρβαρότητα του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού επιστρέφει η προγονοπληξία, η αρχαιολατρία, η πατριδοκαπηλία κι ο εθνικισμός, μια υπενθύμιση ότι η κλασική Αθήνα δεν πειραματιζόταν με την τεχνοκρατία αλλά τη δημοκρατία, ότι δεν έπαιρναν εκεί κρατικές αναγνωρίσεις ο Τζέιμς Βατ κι ο Τόμας Έντισον αλλά ο Αισχύλος, ο Σοφοκλής κι ο Ευριπίδης, ότι η μεγάλη στιγμή και η μεγάλη παρακαταθήκη της αρχαιότητας δεν έχει να κάνει με υπολογιστικούς μηχανισμούς και ενεργειακές μηχανές αλλά με τεχνικές αφήγησης που προσιδίαζαν και διαπαιδαγωγούσαν στην πολιτική της δημοκρατίας.

Βήμα του Πολιτισμού και της Πολιτικής, της Οικολογίας και της Δημιουργίας

Άφησε σχόλιο