γράφει ο Κοσμάς Τσόλας
Το θεατρικό αναλόγιο είναι μια δύσκολη και επικίνδυνη απόπειρα.
Οι ηθοποιοί που αποτολμήσουν να πάρουν μέρος σε ένα τέτοιο εγχείρημα είναι τελείως απροστάτευτοι.
Πρέπει να διαθέτουν την συνείδηση ότι σε περίπτωση στραβοπατήματος δεν θα απλωθεί χέρι βοηθείας από πουθενά.
Ούτε από τα σκηνικά, ούτε από τους φωτισμούς, ούτε από την σκηνοθεσία.
Η μόνη καταφυγή τους το ίδιο το θεατρικό κείμενο.
Σαν σχοινοβάτες μετεωρίζονται στην κυριολεξία πάνω από τα κεφάλια των θεατών, πατώντας μοναχά το σκοινί του θεατρικού λόγου.
Έχει τύχει να παρακολουθήσω, λίγες φορές ομολογουμένως παρόμοιες προσπάθειες, αφού είναι ένα ασυνήθιστο είδος στην Ελλάδα.
Δυστυχώς, τις περισσότερες φορές οι καλλιτέχνες που συμμετείχαν τότε, είχαν εννοήσει την προσπάθεια αυτή ως ένα μεταβατικό είδος σκηνικής μορφής πρότερης μιας θεατρικής παράστασης, άρα και με λιγότερες απαιτήσεις.
Μέγα λάθος.
Αν μια θεατρική παράσταση βρίσκει την αναλογία της στη λογοτεχνία ως ένα μυθιστόρημα η ένα διήγημα το θεατρικό αναλόγιο είναι ένα ποίημα, είδος ασύγκριτα δυσκολότερο.
Η πρόκληση εδώ είναι η συνεχής αφαίρεση, μέχρι που η προσπάθεια απεκδυόμενη όλα τα περιττά, θα ισορροπήσει, αν θα ισορροπήσει, όπως μια καλοφτιαγμένη βάρκα πάνω στο κύμα.
Αλλιώς θα βουλιάξει στο πάτο του γελοίου και της ασημαντότητας.
Μέση λύση δεν υπάρχει.
Στα πλαίσια της μεγάλης γιορτής που γίνετε στο νησί μας, αναφέρομαι στην 30η συνάντηση ερασιτεχνικών θιάσων στην Χίο, το πρωί της Κυριακής στην Βιβλιοθήκη Χίου Κοραής, γίναμε μάρτυρες ενός τέτοιου εγχειρήματος.
Οι ηθοποιοί έπλεξαν τα μάγια τους και το αναγνωστήριο της βιβλιοθήκης μετατράπηκε ξάφνου σε ρωμαϊκό πραιτόριο κι εμείς γίναμε μάρτυρες των βασανιστικών διλημμάτων του Πόντιου Πιλάτου.
Αιφνιδιάστηκα ομολογώ από το παραγόμενο αποτέλεσμα.
Γιατί αν το ζητούμενο της θεατρικής πράξης είναι η έκσταση με την ετυμολογική της έννοια –εξίσταμαι, ίσταμαι, στέκομαι εκτός εαυτού- αυτή επιτεύχθηκε και με το παραπάνω.
Βοήθησε βέβαια το εξαιρετικό θεατρικό κείμενο του Γιώργου Θεοτοκά «Πέφτει το βράδυ» που -συγκινητική λεπτομέρεια- η εκφορά του πραγματοποιήθηκε πάνω από το γραφείο του συγγραφέα δίκην μνημόσυνου, ο χώρος του αναγνωστηρίου που σοφά χρησιμοποιήθηκε, μα πάνω απ όλα το συγκλονιστικό πάθος των ηθοποιών που ηλέκτρισε όλους μας.
Καθώς εγκαταλείπαμε το αναγνωστήριο ένιωσα τυχερός που βρέθηκα το κυριακάτικο εκείνο πρωινό στην βιβλιοθήκη.
Πηγαίνοντας για να δω μια έκθεση θεατρικού βιβλίου, επί της ευκαιρίας άψογα οργανωμένης από το σύλλογο φίλων της βιβλιοθήκης Χίου Κοραής, κατέληξα να απολαύσω εκείνο το όμορφο πυροτέχνημα.
Γιατί αυτός είναι ο χαρακτήρας του θεατρικού δρώμενου.
Ένα ανεπανάληπτο και πολύχρωμο πυροτέχνημα που όποιος έτυχε να βρεθεί εκεί το είδε, το ίδιο δεν θα ξαναφανεί ποτέ.
Καθώς αποχωρούσαμε από την αίθουσα άκουσα σε συζητήσεις, προφανώς μεταξύ εκπαιδευτικών ένα ειλικρινές παράπονο.
Άκουσα να λένε πικραμένοι «Τι σπείραμε τόσα χρόνια, τίποτα δεν βλάστησε από τη δουλειά τόσων χρόνων στους μαθητές μας» αναφερόμενοι στην εξευτελιστική επιστολή και στάση των συντοπιτών μας απέναντι στα προσφυγόπουλα.
Δεν βρήκα λόγο να τους παρηγορήσω εκείνη τη στιγμή γιατί ήμουν ακόμα συγκινημένος από τις προηγούμενες συνταρακτικές ερμηνείες.
Τώρα που ξανασκέφτομαι εκείνο το παράπονό τους, γράφοντας τούτες τις γραμμές σκέφτηκα ότι ίσως γλυκάνω την πίκρα τους με το λόγο του σοφού Ντοστογιέφσκι.
«Η ομορφιά θα σώσει τον κόσμο».
Η ομορφιά που μας αποκαλύψατε σήμερα με την παράστασή σας και σας ευχαριστούμε θερμά.